Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1890 - 232.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
232

φραγκικῶν καὶ ἑνετικῶν κτιρίων, ἐν οἷς τόσοι διεξήχθησαν ἐπ’ αἰῶνας αἱματηροὶ ἀγῶνες, ἀλλ’ οὓς σήμερον οἰκοῦσι, μόνοι κυρίαρχοι, ὁ βόας καὶ ἡ γλαὺξ κηρύσσοντες διὰ τῶν νυκτίων κραυγῶν των, τὸ ἐπὶ τῆς ἐρημίας κράτος αὐτῶν.

«Ἐπεράσατε ἀπὸ τὰ χαλάσματα τοῦ μαύρου πύργου τῆς ῥεματιᾶς;» μᾶς ἠρώτησε μεταξὺ ἄλλων πολλῶν διηγήσεων ὁ γέρων ποιμήν. «Ὁ Θεὸς νὰ μὴ σᾶς ἀξιώσῃ νὰ περάσετε μεσάνυχτα. Ἀπὸ τῇς τουφεκίθραις βγαίνουν φωτιαῖς σὰν τὴν κόκκινη γλῶσσα τοῦ δράκοντα ποῦ σκότωσε ὁ Ἅϊς Γιώργης, καὶ ἀπὸ τὴν ψιλὴ τὴ βίγλα κρέμεται ἀπὸ τὸ λαιμὸ, πάντα ζωντανή, ἀπὸ ἕνα σκοινὶ ποῦ τὸ καῖνε φλόγες, μὰ ποτὲ δὲν κόβεται, μιὰ ὄμορφη κοπέλλα, πειὸ ὄμορφη ἀπὸ τῇς καλαῖς κυράδες τοῦ γιαλοῦ. Ἅμα περάσῃ κανένας μεσονυχτίτης καὶ σηκώσῃ τὸ μάτι νὰ τὴν θωρήσῃ, μονοστιγμῆς ἀπολυέται ἀπὸ τὸ μακαρὰ τὸ πυρωμένο σκοινὶ καὶ ἡ πνιγμένη κοπέλλα τὸν πέρνει ἀγκαλιά.» — «Καὶ πῶς ἐστοίχιωσε ἔτσι αὐτὸς ὁ πύργος;» τὸν ἠρώτησα μειδιῶν. — «Μὴ γελᾶς, ἀφεντικό. Εἶναι πάρα πολλὰ χρόνια ποῦ ὁ ἄρχοντας τοῦ πύργου εἶχε ἕνα γυιὸ χαριτωμένο. Αὐτὸς ἀγάπησε μιὰ χωριατοποῦλα ὄμορφη σὰν τὸ κρύο νερό· ὁ πατέρας φυσικὰ, δὲν τὴν ἤθελε, μὰ αὐτή ἡ στρίγγλα ἐγύρισε ἔτσι τοῦ κοπελιοῦ τὸ μυαλὸ ποῦ τὸν ἔβαλε καὶ σφάξε τὸν πατέρα του καί πειτα τὴ στεφανώθηκε. Μὰ ἡ θεϊκὴ κατάρα ἔκανε καὶ μὲ δυὸ χρόνια τὸν πρόδωκε μὲ ἕνα ἄλλο ἀρχοντόπουλο. Τὸν ἔφαγαν τότε τὰ φείδια καὶ μεσονυχτὴς τὴν κρέμασε ἀπὸ τὴν ψιλὴ τὴ βίγλα. Ὁ διάολος τότε ποῦ παράστεκε τοῦ ξερίζωσε τὸ χέρι ποῦ σφαξε τὸν πατέρα, τὸ ξεριζωμένο χέρι ἔγεινε δαυλὶ καὶ μ’ αὐτὸ ἔκαψε καὶ τὸ φονιὰ καὶ τὸν πύργο.» Ἐν τῇ ἀγρίᾳ ταύτῃ διηγήσει, εἰς ἣν δεσπόζει γυναικὸς κακοῦργος ἔμπνευσις ἀναφλέγουσα τοῦ ἀνδρὸς τὰ σφοδρὰ πάθη εὗρον πολλὴν ἀναλογίαν πρὸς ἱσπανικόν τι γνωμικόν, ὅπερ συνήντησα ἐν τῷ ὁδοιπορικῷ Γάλλου περιηγητοῦ

El ombre es stopa
La muger es fuego
Viene el demonio y sopla[1].

Ἡ ἀνυπομονησία ἔφερεν ἡμᾶς πρὸς τὰς λίμνας ἀπὸ τῆς ἐνάτης ὥρας πολὺ πρὸ τῆς ἀνατολῆς τῆς σελήνης. Ἀγαπῶ τὰ ἤρεμα, ὡς τὴν ψυχὴν τοῦ δικαίου, ὕδατα τῆς λίμνης, εἰρηνικά, ἀπαθῆ, ἀντανακλῶντα ἐν τῷ κόλπῳ αὐτῆς, τῷ κρυσταλλίνῳ τὸ κάλλος τῆς περιβαλλούσης αὐτὴν φύσεως. Συμφωνῶ πληρέστατα

  1. Ὁ ἀνὴρ εἶναι στυππίον, ἡ γυνὴ εἶναι πυρσός, ἔρχεται ὁ δαίμων καὶ κινεῖ ἐπὶ τῆς πυρᾶς τὸν φυσητῆρα.