Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1889 - 359.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
359

ἔγνω νὰ πορευθῇ κατ’ εὐθεῖαν εἰς τὸ Νεκροταφεῖον ἀφοῦ ἔλαβε νωπὸν ὠὸν ὡς προπαρασκευαστικὸν τοῦ λάρυγγος.

Ἐν τῷ μεταξὺ ὅμως ὁ βουλευτὴς θριαμβεύει διὰ τοῦ ξένου λόγου, παρατάσσει στρατούς, μάχεται, παραβάλλει τὸν Καπετὰν Θανάση πρὸς τὸν Καίσαρα, τὸν Ἀνίβαν, τὸν Ναπολέοντα, τὸν Λῆ, τὸν Μέγαν Ἀλέξανδρον, ἐκθάπτει ὅλους τοὺς ἥρωας τοῦ ἀγῶνος καὶ κλαίει μαῦρο δάκρυ διὰ τὴν ἀπώλειαν τοῦ Πανελληνίου. Ὁ ἐπικήδειος ἐτελείωσε.

Ἀθρόοι προσέρχονται οἱ συγγενεῖς, οἱ βουλευταὶ οἱ ἀντιπρόσωποι τοῦ τύπου, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ὁ ἀντιγραφεὺς τοῦ λόγου, κλπ. ὅπως θλίψωσι τὴν δεξιὰν τοῦ ἀναγνώστου. Καὶ ἡ κηδεία προχωρεῖ εἰς τὸ Νεκροταφεῖον, ὅπου πελιδνὸς ἐκ συγκινήσεως ὁ κ. Θαδαῖος ἀναμένει ἐπὶ τοῦ τάφου τοῦ ἀτυχοῦς Τοσίτσα καταδικασθέντος φεῦ! νὰ ἀκούῃ ὅλας τὰς μωρίας τῶν μεταγενεστέρων. Ὁ ῥήτωρ ἀποκαλύπτεται, ξηροβήχει καὶ ἀρχίζει:

«Ἐὰν εἶχον τὴν φωνὴν Δημοσθένειον» καὶ ἐξακολουθεῖ ν’ ἀπαγγέλλῃ ἀπαράλλακτον τὸν ἐπικήδειον ὡς τὸν ἠκούσατε ἐν τῇ Μητροπόλει ἐκτός, ἐννοεῖται, τοῦ κόμπου καὶ τοῦ σθένους τῆς φωνῆς τοῦ προλαλήσαντος.

Ψιθυρισμοί, συνεννοήσεις διὰ τοῦ ἀγκῶνος, μειδιάματα, γέλωτες ἔτι, ἐπιφέρουσι μικρὰν σύγχυσιν καὶ ὁ ῥήτωρ καίτοι κακῶς ἔχων ἐξακολουθεῖ τὸ φωνογραφικόν του ἔργον μέχρι πυθμένος.

Καὶ ἠκούσθη κατὰ τὴν ἐκφώνησιν τοῦ ἐπιταφίου γέρων φίλος τοῦ μακαρίτου παρῳδῶν τὸ γνωστὸν ᾆσμα ἐπὶ μουσικῆς ἐκ τῆς Νόρμας:

Μεταξὺ Ναοῦ καὶ τάφου,
ῥῆτορ, τί τὸν βασανίζεις·
Νὰ τὸν θάψουν δὲν ἀφίνεις,
Ν’ ἀπαντήσῃ δὲν μπορεῖ!

Οἱ δίδυμοι λόγοι τῆς κηδείας τοῦ Τομαρᾶ ἐξακολουθοῦσι νὰ εἶνε μυστήριον, ἀφοῦ ἀπησχόλησαν ἐπὶ μακρὸν καὶ τοὺς ζῶντας καὶ τὸν νεκρόν.

Ὁ πατὴρ τῶν διδύμων πρώην Γυμνασιάρχης μὴ δυνάμενος νὰ ἐξηγήσῃ τὴν συνάντησιν τῶν ἰδεῶν καὶ φοβηθεὶς τὴν κατάκρισιν τῶν ὁμοτέχνων παρεκάλεσε νὰ μὴ δημοσιευθῇ ὁ λόγος του καὶ ὡς βεβαιοῦται δὲν ἐννοεῖ οὐδὲ διὰ τὸν ἑαυτόν του νὰ συντάξῃ πλέον λόγον νεκρικόν. Ὁ εὐσχήμων βουλευτὴς ἀναπαύεται ἐπὶ τῶν ξένων δαφνῶν, καὶ ἀπολαμβάνει τῆς