Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1889 - 236.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
236

γλῶσσάν του, τὴν θρησκείαν του, τοὺς βουλευτάς του, τοὺς δημάρχους του. Ἰσότης, φιλότης.

Ἀλλὰ μετά τινα ἔτη οἱ Βούλγαροι οἱ πέραν τοῦ Αἵμου εἶπον «Ὄχι· σεῖς οἱ ἄλλοι δὲν πρέπει νὰ εἶσθε ἴσοι μὲ ἡμᾶς· σεῖς ἐγεννήθητε διὰ νὰ γίνητε δοῦλοι τοῦ εὐγενοῦς γένους τῶν Βουλγάρων.» Ἔσβεσαν τὴν ἐπιγραφὴν ἀπὸ τὸν πίνακα, καὶ ἀντ’ αὐτῆς ἔγραψαν μεσημβρινὴ Βουλγαρία. Καὶ ἤκουσα, ἢ μᾶλλον ἐβεβαιώθην ὅτι μερικοὶ ἐκ τῶν μεγάλων καὶ ἰσχυρῶν αὐτοὶ μὲ τὴν γλῶσσάν των ἔσβεσαν τὴν ἐπιγραφὴν καὶ τὰς ὑπογραφάς των. Καὶ τώρα 100 χιλιάδες Ἑλλήνων μὲ ἕνα σίαλον ἔγειναν δοῦλοι τῶν Βουλγάρων μέσα εἰς τὴν πατρίδα των. Καὶ μερικοὶ μεγάλοι ἀπαιτοῦν νὰ ὑπάρχῃ εἰρήνη καὶ ἡσυχία, καὶ ὁ νοικοκύρης νὰ συμβιβασθῇ μὲ τὸν κλέφτην!

— Τοῦτο εἶναι ἀνυπόφορον, ἐκροτάλισαν οἱ Πελαργοί.

Ὁ ῥήτωρ ἐξηκολούθησεν·

Εἴδετε Ἕλληνας δούλους εἰς τοὺς Βλάχους, Ἕλληνας δούλους καὶ δεσμώτας εἰς τοὺς Βουλγάρους. Ἐλᾶτε παρακάτω. Εἴμεθα εἰς τὴν Μακεδονίαν.

— Ζήτω Ἀλέξανδρος ὁ Μακεδών, ἐπατάγησαν τὰ ἔθνεα τῶν δολιχοδείρων πετεεινῶν.

Οἱ Τοῦρκοι ἔχουσιν ἀκόμη τὴν Μακεδονίαν· διότι μεγάλοι τινὲς καὶ ἰσχυροὶ ζυμόνουν ἐκεῖ νέας φυλάς. Κατὰ τὸ παρὸν ἀνακατόνουν μίαν μαμαλίγκαν. Ὁ φοῦρνος, ὅπου θὰ ψηθῇ τὸ ψωμί, ἂν φθάσῃ καὶ γείνῃ, εὑρίσκεται, λέγων, ἐν Βιέννῃ καὶ τὸν καίουν μὲ ἀγγλικὰ κάρβουνα. Τὸ βέβαιον εἶναι ὅτι οἱ Ῥῶσσοι ἀγαποῦν τὴν μαμαλίγκαν, καὶ κατὰ πᾶσαν πιθανότητα....

— Καλά· τὰ παιδιὰ Ἀλεξάνδρου τοῦ Μακεδόνος; ἠρώτησεν εἷς Πελαργός.

— Τὰ παιδιά; Εἶναι παιδία καὶ σπουδάζουν εἰς τὰ νηπιαγωγεῖα. Ἄ, ὄχι· εἶναι καὶ Ἔφοροι σχολείων. — Πλὴν πετάξατε, πετάξατε ἀντικρύ, πέραν τοῦ Αἰγαίου. Ἐκεῖ οἱ Ἕλληνες εἶναι μᾶλλον ἐλεύθεροι ὄχι ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ἀλλὰ ἀπὸ τοὺς πεπολιτισμένους χριστιανοὺς τῆς Εὐρώπης καὶ ἐργάζονται μὲ τὸν ζῆλον τῆς νεαρᾶς ἡλικίας.

Τώρα χαιρετίζω τὸν καλὸν Μαίανδρον, πετῶ εἰς τὴν Μυκάλην καὶ σᾶς δεικνύω μίαν μικρὰν νῆσον, τὴν Σάμον. Αὐτοῦ οἱ Ἕλληνες ἔχουσιν ἡγεμονίαν καὶ διοικοῦνται ὑπὸ Ἕλληνος ἡγεμόνος. Δὲν θὰ πιστεύσητε ὅτι ἐν διαστήματι 50 ἐτῶν δὲν εὑρέθη ἀκόμη Ἕλλην ἡγεμὼν τῆς Σάμου τολμήσας μετὰ τὴν ἐκλογήν του νὰ σκεφθῇ ὅτι εἶναι Ἕλλην καὶ νὰ μὴ φαίνηται