Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1889 - 125.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
125

καμαν τὰ κόμματα. Μὲ τὸ τίποτε φυλακή. Κάθε τόσο κονάκι ’στὸ σπῆτί του· κόττα, πῆτα, ξύλο καὶ δέσιμο. Κάθε ’μέρα καὶ ἀπὸ μιὰ καταγγελία. Δὲν τὸν ἄφιναν σὲ ξερὸ κλαρὶ νὰ σταθῇ. Μαύρισαν ποιὰ τὰ μάτια του καὶ πῆρε τὰ βουνά. Τὸ σπῆτί του ’ῥήμαξε. Ἡ γρῃὰ ἡ μάνα του ψωμοζητοῦσε. Τὰ ἀποσπάσματα ’σὰν νὰ ἦταν μονάχα αὐτὸς φυγόδικος τὸν κυνηγοῦσαν ’σὰν τὰ σκυλλιὰ τὸ ἀγρίμι. Ἕνα πρωῒ βλέπει τὸ ἀπόσπασμα καὶ ἐρχότανε κατὰ τὸ μέρος ποῦ ἦταν κρυμμένος....

— Πολλὰ λές.

— Τελείωσα. ’Μπρὸς ἀπ’ τ’ ἀπόσπασμα περπατοῦσε ξυπόλητη καὶ δεμένη ’πισθάγκωνα ἡ ἀρραβωνιαστικιά του. Τὴν ἔφερναν γιὰ νὰ τοὺς δείξῃ ποῦ ἦταν κρυμμένος, γιατὶ ἕνας γείτωνας ’μαρτύρησε πῶς τ’ οὔφερνε ψωμί. Κλαμμένη, λαχανιασμένη καὶ ξεσχισμένη κάθησε σὲ μιὰ πέτρα φωνάζοντας: «Δὲν ’ξέρω ποῦ εἶναι!..» Ὁ ἀποσπασματάρχης ἐσήκωσε τὸ βούρδουλα καὶ τὴν ἐκτύπησε ’στὴ μέση. Ἔβαλλε τῇς φωναῖς. Ὁ κρυμμένος δὲ βάσταξε πιά… μπὰμ μία, πάρ’ τον κάτω!…

— Τὸν σκότωσε ἔ;!

— Τὸν σκότωσε.

— Τὸν ἀποσπασματάρχη;

— Ναί.

— Στὸν τόπο;

— Στὸν τόπο.

— Καὶ πόσο κατεδικάσθη ὁ φονιᾶς;

— Εἴκοσι χρόνια.

— Μόνο; ἂχ αὐτοὶ οἱ ἔνορκοι!… θὰ γελάστηκαν!

— ....

— Ἔλα μίλα.

— Κἄτι ξώδεψε καὶ ὁ πεθερός του σὰ νὰ ποῦμε.

— Γειά σου, εἶσαι σωστὸς ἄνθρωπος. Καὶ πόσα χρόνια ἔχει τώρα μέσα;

— Δεκατέσσερα.

— 14! Ἀλλοίμονο, τί κακοῦργος θὰ ἔγεινε!

— Κάθε ἄλλος θὰ γεινότανε.

— Καὶ ποῦ ἤμουν ἐγὼ τόσα χρόνια;

— Δὲν τὸν ἄφιναν σ’ ἕνα μέρος, ἅμα ἦταν γιὰ νἄρθῃ ἐπιτροπή, μετάθεσι.