Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1889 - 119.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
119

πρᾶγμα ὁποῦ μέλλει νάρτη» ἐξηγεῖ τὴν παρανόησιν ἐπαρκῶς. Τὸ νάρτη οὐδὲν ἄλλο εἶνε ἢ = νἄρτῃ, νἄλθῃ, νὰ ἔλθῃ. Δυσκολώτερον εἶνε τὸ ναντίζειν. Ἐπ’ ἴσης εὐεξήγητον εἶνε τὸ ναυγάζειν, προελθὸν ἐκ τοῦ ὑπὸ τοῦ Δουκαγγίου ἀναγνωσθέντος ναυγάζῃ = νὰ ’βγάζῃ. Τὸ κείμενον ἐξ οὗ παραλαβὼν ἔπλασε τὸ ἀνύπαρκτον ῥῆμα ὁ Γαλάτης, εἶνε τὸ ἑξῆς «νἀντύσωμε τὰ στάμενα ἐτοῦτα ’ποῦ βαστοῦμε» ὅπου τὸ λᾶθος τοῦ χειρογράφου διορθωτέον εἰς ναὐξήσωμε, ὅτε ἐξηγοῦνται τὰ ἑπόμενα, ὅταν εἰξεύρωμεν ὅτι στάμενα ἐλέγοντο τότε τὰ χρήματα. Ἀλλ’ ὁ λεξικογράφος δὲν ἐπεχείρησε μὲν τὴν διόρθωσιν, ἐνόμισε δὲ ὅτι εὗρε τὴν σημασίαν τῆς λέξεως πλάσσων ἀπαρέμφατον ῥήματος ἀνυπάρκτου ναντίζειν, ὅπερ εὗρε μάλιστα προερχόμενον ἐκ τοῦ γαλλικοῦ nantir, πρὸς ὃ ἐξωτερικῶς ὁμοιάζει, καὶ ἡρμήνευσε διὰ τοῦ καταθέτειν (deponere). Ἀλλὰ τὸ ἀστειότατον τῶν τοιούτων ῥημάτων εἶνε τὸ ναγκαρίζειν μετὰ τῆς ἑρμηνείας του. Τὸ ῥῆμα ἐπλάσθη εὐκόλως ὑπὸ τοῦ λεξικογράφου καθ’ ὅμοιον τρόπον πρὸς τἀνωτέρω ἐκ τοῦ ἐξῆς χωρίου «φωναὶς γὰρ ἔχουσι γλυκέα νὰ γκαρίζουν.» Τί δὲ σημαίνει τὸ ναγκαρίζειν; ὅ τι καὶ τὸ νακαρίζειν, ἀπαντᾷ ὁ συντάκτης τοῦ Γλωσσαρίου, ἡ δὲ λέξις παράγεται ἐκ τοῦ ἀνάκαρα.

Ἀλλὰ τὸ δυστυχὲς νὰ δὲν ἔμελλε μόνον νὰ δώσῃ γαλλικὸν τύπον εἰς τὸ nantir καὶ νακαρίζειν. Ἀφ’ οὗ ἐξεγαλλίσθη καὶ ἔφυγεν ἅπαξ ἐκ τῆς Ἑλλάδος, ἐπέπρωτο κατὰ τὸν αἰῶνα μας νὰ κάμῃ καὶ πολὺ μακρυνότερον ταξείδιον. Ἐδίδασκε φιλολογικὰ μαθήματα ἔν τινι γερμανικῷ πανεπιστημίῳ ὁ καθηγητὴς F… καὶ λόγου ποτὲ ἐλθόντος περὶ τοῦ σκανδαλώδους τούτου νὰ εἶπεν εἰς τοὺς μαθητάς του ὀλίγα περὶ τοῦ πόθεν τοῦτο προῆλθεν. Ὁ καθηγητὴς ἀπέθανε καὶ οἱ εὐγνώμονες μαθηταί του, περισυλλέξαντες τὰ τετράδια παρ’ ἐπιμελῶν ἀκροατῶν, ἐτύπωσαν τὰ μαθήματα αὐτοῦ. Ἐν αὐτοῖς εὑρίσκονται καὶ τὰ περὶ τοῦ νὰ λεχθέντα. Ἀλλὰ τί, νομίζετε, φέρεται περὶ αὐτοῦ; Ὅτι «τὸ νεοελληνικὸν νὰ προέρχεται… ἐκ Κίνας!» Ὁ καθηγητὴς εἶχεν ἀληθῶς διδάξει ὅτι «das neugriechische νὰ Kommt vom ἵνα her» ἤτοι «τὸ νεοελληνικὸν νὰ προέρχεται ἐκ τοῦ ἵνα, ἀλλ’ ἐπειδὴ ἡ δασεῖα παρὰ Γερμανοῖς προφορὰ τοῦ ἵνα (σχεδὸν χίνα) συμπίπτει πρὸς τὴν τοῦ China, ἤτοι τῆς Κίνας, ὁ φοιτητής, οὗ τὸ τετράδιον ἐχρησίμευσε κατὰ τὴν ἐκτύπωσιν τῆς μοιραίοις ἐκείνης σελίδος, παρανοήσας ὑποκατέστησε τὴν Κίναν, εἰς τὸ ἵνα.

Ἀλλ’ ἐπιστρέψωμεν ἀπὸ τῆς σινικῆς αὐτοκρατορίας, μέχρι τῆς ὁποίας ἠναγκάσθημεν νὰ καταδιώξωμεν τὸν λιποτάκτην ἡμῶν συμπολίτην, εἰς τὴν Γαλλίαν καὶ τὸν Δουκάγγιον. Ὅ,τι ἔπα-