Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1889 - 084.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
84

παύσῃ ἐπικρατοῦσα ἡ ἀνοχὴ καὶ ἡ ἀτιμωρησία, τότε δύνασαι, σὺ ὁ αἰσιόδοξος, νὰ πιστεύσῃς ὅτι ἤγγισεν ἀληθῶς ἡ διόρθωσις τῶν κακῶς ἐχόντων.

— Ἀλλ’ ἴσως, ὑπέλαβα μετά τινος δειλίας, ἴσως τὸ κακὸν ἠλαττώθη ἤδη ἀπὸ τῆς θριαμβευτικῆς ἐν Ἀθήναις εἰσόδου τοῦ πλαστογράφου ἐκείνου. Ἴσως ὁ ἀνώνυμος φίλος σου δὲν θὰ τὸν ἠσπάζετο σήμερον ἐπιστρέφοντα ἐκ τοῦ Παλαμηδίου.

— Εἴθε, ἀπήντησεν ὁ Παλάσκας. Καὶ ἠλλάξαμεν ὁμιλίαν.


ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΝΑΥΤΟΥ
(Barcarole)

Εἶνε νύκτα· ψηλὰ τ’ ἀσημένιο φεγγάρι
ἀσημόνει τὸ κῦμα στήν ἄμμο σὰν σπᾷ,
ναύτης ὤμορφος λάμποντας ψάλλει μὲ χάρι,
καὶ τὸν πόνον του λέγει σ’ αὐτὴ π’ ἀγαπᾷ…

*

— Τοὐρανοῦ δίχως σύγνεφα εἶδα τὸ δῶμα
σὰν ἐσὲ νὰ μοῦ ῥίπτῃς ματιὲς γελαστές,
ξάφνου ὅλο φουρτούνιασε, ἄλλαξε χρῶμα,
μὰ δὲν σκιάζουν ποτὲ τὸ δελφίνι βροντές…

*

Σὰν ἐσένα γλυκὰ μοῦ γελοῦσε τὸ κῦμα,
κ’ ἡ βαρκοῦλά μου εἶδα νὰ φεύγῃ τρελλή,
ξάφνου τ’ ἄπιστο, μαῦρο μοῦ ἄνοιξε μνῆμα,
μὰ φτερούγιασα τοῦτο σὰν νἄμουν πουλί....

*

Στῆς ἀγάπης μονάχα φοβοῦμαι τὸ κῦμα,
σὰν δειλός, ὅπου βλέπει φουρτούνα πολλή,
ἂν αὐτὸ μὲ προδώσῃ μ’ ἀνοίγῃ τὸ μνῆμα,
ἂχ, ἐδῶ δὲν φτερόνει θαλάσσης πουλί....

α. δ. νικολαρασ.