Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1888 - 320.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
320

χόμενος τὴν προσβολήν, ἀμέσως κατὰ τοῦ αὐθάδους ἐπιτίθεται, συνάπτει κρατερὸν ἀγῶνα κατὰ τοῦ ἐπιδρομέως, ἀλλὰ δυστυχῶς ἡττᾶται… Τότε ἔπρεπεν, ὣ τότε νὰ ἐβλέπετε τὸ ἄθλιον πουλὶ πῶς ἐγεννήθη βασιλεὺς διὰ μιᾶς καὶ παντοκράτωρ ἀετὸς ἐν μέσῳ ὀρνιθίων ταπεινῶν! Ὁρμᾷ καὶ σχίζει τὸν νικήσαντα ἀλέκτορα, καὶ σχίζει — ἀκατάσχετος, δὲν εἶνε πλέον ἥμερος — σχίζει κι’ ἀκόμη μίαν, δύο, τρεῖς καὶ πέντε ὄρνιθας… Ἡ πρώτη πρᾶξίς του ὡς ἀετοῦ, μετὰ τοσαύτην νέκραν τῶν δυνάμεών του, ὡς νὰ τὸν ἐνέπνευσε θαῤῥεῖτε, νὰ ἀναμνησθῇ, νὰ αἰσθανθῇ τίς εἷνε… καὶ τὸ αἷμα τὸν ἐμέθυσεν! Ἦτον ὁ ἀετός, ὁ ἀετός! Τὸν ἔδεσαν ἀμέσως πάλιν, τὸν ἐκράτησαν. Οἴμοι, παρῆλθε καὶ ἡ ἔξαψίς του. Πάλιν δοῦλος. Ὥς τι ὄνειρον διῆλθεν ἐκ τοῦ νοῦ του βέβαια τὸ γεγονὸς. Σιγὰ σιγὰ ἐταπεινώθη πάλιν καὶ οὐ μόνον, ἀλλ’ ἐπόνει, ὅτι πλέον φοβηθεῖσαι δὲν τὸν ἐπλησίαζον αἱ ὄρνιθες. Ὤ, πόσον ἐχαμήλονε καὶ μ’ ἥμερον τὸ βλέμμα τὰς ἐθώπευε κ’ ἐκτύπα «χλα-χλα-χλα» τὰς πτέρυγάς του ὥς τις κλῶσσα μαλθακή! Τὸν ἐφοβοῦντο, δὲν τὸν ἐπλησίαζαν! Οἴμοι, δὲν ἦτο πλέον οὔτε δοῦλος, οὔτε κύριος τῆς ὑψιπέτιδος ὁρμῆς τῶν αἰσθημάτων του. Καὶ ἐκ μαρασμοῦ μετὰ μικρὸν ἀπέθανεν!

Ἀθῆναι, 1887

Ιω. Κ. Καμπουρογλοσ


ΝΥΚΤΕΡΙΝΑΙ ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ

(Σελὶς ἐκ τοῦ Λευκώματός της.)

Κοιμοῦνται τὰ παιδιά μου στὴν κουνίτσα τους
Κ’ ἐγὼ κοντά τους στέκομαι καὶ τὰ θωρῶ,
Πότε ἀκούω τήν ἀναπνοήτσα τους
Πότε τριγύρω ἄγρια παρατηρῶ
 Νὰ μὴν τὰ φᾶν’ κουνούπια!…

Καὶ βλέπω τὰ τραγούδια, τὰ ποιήματα,
Χίλια τῆς νειότης ὀνειροπολήματα,
Νὰ φεύγουν ’ντροπιασμένα ἀπὸ τὴν καρδιὰ
Ἐκείνου ποὔχει στὸ πλευρό του δυὸ παιδιὰ
 Καὶ κυνηγάει κουνούπια!....
Ἰούλιος τοῦ 1887.

Δ. Γρ. Κ.