Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1888 - 115.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
115

τι, τὸ ὁποῖον κυμαίνεται, ὡς αἱ θεωρίαι τῆς μεταφυσικῆς, μεταξὺ τοῦ ὑπάρχειν καὶ μὴ ὑπάρχειν, τοῦ ζῆν καὶ μὴ ζῆν, μεταξὺ σκιὰς καὶ φωτὸς ἐν τῷ κοινωνικῷ πανοράματι.

Εἶνε ἡφαίστειον, ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἡ κοινωνικὴ ἀδιαφορία ἐπέστρωσε πάγους καὶ χιόνας. Καὶ ὅμως ὑποκάτω αὐτῶν καίει λάβα παθῶν καὶ πόθων ἀκόμη.

Εἶνε ὡς ἡ πρώτη ὑγρὰ φωτογραφικὴ πλάξ, ἡ ἐξερχομένη τοῦ χημικοῦ θαλάμου, ἐφ’ ἧς διακρίνεις τὴν ἀρνητικὴν ὄψιν τοῦ ὑποτυπουμένου εἰδώλου.

Ἡ θέσις της ἐν τῷ οἴκῳ, ἐν τῇ κοινωνίᾳ, πανταχοῦ, πρὸς ἑαυτὴν, πρὸς τὴν φύσιν, εἶνε ψευδής, ἀμφίβολος, ἀντίστροφος, μετέωρος, ὅπως θέλετε.

Ἡ μεσαιωνικὴ νομοθεσία μεταξὺ ἄλλων ἀπανθρώπων ποινῶν εἶχεν ἐπινοήσει καὶ τὸν δι’ ἀσιτίας θάνατον ὑπὸ φρικαλέους ὅρους, καθ’ οὓς ὁ κατάδικος προσδεδεμένος τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας ὑφίστατο τὰς βασάνους τῆς πείνης, ἐνῷ πρὸ αὐτοῦ ἡπλοῦτο τράπεζα μεστὴ γαργαλιστικῶν ἐδεσμάτων, τὰ ὁποῖα ἀπὸ καιροῦ εἰς καιρὸν ἀντικαθίστων δι’ ἄλλων ποικιλωτέρων καὶ ἐκλεκτοτέρων οἱ ἐκτελεσταὶ τῆς ποινῆς. Τοιαύτην τινὰ θηριωδίαν λεληθότως, χωρὶς νὰ τὸ ἐννοῇ, τελεῖ ἡ κοινωνία ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ δυστυχοῦς αὐτοῦ πλάσματος.

Διότι ἡ γεροντοκόρη εἶνε ἡ προσωποποίησις τοῦ μυθολογουμένου Ταντάλου. Ἀπὸ εἰκοσιπενταετίας ἤδη φλέγεται ἐξ ἀδιαλείπτου δίψης πρὸς ἀπόλαυσιν, ἀλλ’ ὑπὸ τὰ λαίμαργα ὄμματά της ἡ ζωὴ ἐκτυλίσσεται ὡς τράπεζα πλουσίου συμποσίου, ἐφ’ ἧς δὲν τολμᾷ νὰ θέσῃ τὴν χεῖρα. Καὶ ἐν τούτοις ἡ πεῖνα τὴν κατατρώγει, τὴν φονεύει ὁλονέν, τὴν ἀποθηριοῖ ἐξεγείρουσα ἐν αὐτῇ ἔνστικτα μίσους καὶ ἀνθρωποφαγίας πολλάκις.

Δι’ αὐτὴν ὁ βίος εἶνε ὡς ἓν χρυσόδετον βιβλίον illustré, τοῦ ὁποίου μόλις ἐπρόφθασε ν’ ἀναγνώσῃ τὴν ἐπιγραφὴν καὶ νὰ περιεργασθῇ τὰς εἰκόνας, χωρὶς νὰ σταματήσῃ