Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1888 - 110.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
110

τοῦ Ξυλαράκη. — Ναί, βλᾶκα, κύτταξέ τους… καὶ πίνε καὶ νερὸ ἂν θέλῃς… τώρα θὰ ἡσυχάσῃ πλέον ἀπὸ σένα.

Καλλιόπη ἥτις παρετήρησεν ὅτι ὁ Μαλσταμίδης ἀπό τινος ἔβλεπεν αὐτὴν ἀσκαρδαμικτεί. — Ἆ, θεία μου, τί ὡραῖον τριαντάφυλλον; ποῦ τὸ ηὕρατε;

Ἡ κ. Ξυλαράκη ταρασσομένη. — Καλά· δὲν τὰ ἐκόψαμε μαζῆ εἰς τὸν κῆπον τοῦ Σημαντάνη;

Καλλιόπη παρατηροῦσα τὸν Μαλσταμίδην. — Περίεργον! αὐτὸ μοῦ φαίνεται ὅτι τὸ ἔκοψα ἐγώ…

Ἡ κ. Ξυλαράκη. — Ἄ μπᾶ … λάθος ἔχεις…

Καλλιόπη γελῶσα. — Ἴσως.

Μαλσταμίδης ἐξάγων ἐκ τοῦ κόλπου αὐτοῦ τὴν ἀνθοδέσμην ἣν ἔδωκεν αὐτῷ ἡ νεᾶνις. — Κυττάξετε, κυρία Καλλιόπη, τί ὡραῖα ποῦ εἶνε καὶ αὐτὰ τὰ τριαντάφυλλα…

Καλλιόπη. — Πῶς ἔχετε καὶ σεῖς; ἀπὸ τὸν κῆπον τοῦ Σημαντάνη;

Μαλσταμίδης. — Ὄχι, ἀπὸ ἄλλον κῆπον, πολὺ ὡραιότερον. Μὴ κυττάζετε τὸ τριαντάφυλλον τῆς θείας σας… κυττάξετε αὐτά… κυττάξετέ τα μίαν στιγμὴν ἀκόμη, διότι θὰ τὰ κρύψω πάλιν πλησίον τῆς καρδίας μου ὅπου θὰ μείνουν διὰ πάντοτε.

Καλλιόπη μειδιῶσα εἰρωνικῶς. — Δὲν τὰ δίδετε σὲ κανένα νὰ σᾶς τὰ φυλάξῃ μὴ τυχὸν καὶ σᾶς πέσουν;

Μαλσταμίδης κρύπτων τὴν ἀνθοδέσμην ἐν τῷ κόλπῳ αὐτοῦ. — Ὅτι εἶχα νὰ δώσω τὸ ἔδωσα, τώρα ἐξώφλησα τοὺς παλαιοὺς λογαριασμοὺς καὶ ἀνοίγω νέους. Μ’ ἐνοεῖτε;

Καλ. — Προσπαθῶ νὰ ἐννοήσω, ἀλλὰ δὲν τὸ κατορθόνω.

Μαλσταμίδης αἴρων τὸ κύπελλον αὐτοῦ. — Μοὶ ἐπιτρέπετε νὰ πίω εἰς ὑγείαν σας;

Καλλιόπη αἴρουσα τὸ κύπελλον. — Εὐχαρίστως.

Μαλσταμίδης. — Καὶ νὰ σᾶς εὐχηθῶ ὅ,τι ἐπιθυμεῖτε;

Καλλιόπη μειδιῶσα. — Ὅ,τι ἐπιθυμῶ;

Μαλσταμίδης. — Μάλιστα.

Καλλιόπη. — Σᾶς τὸ ἐπιτρέπω· ἀλλ’ ὅ,τι ἐπιθυμῶ δὲν εἷνε καὶ εὔκολον νὰ γείνῃ.

Μαλσταμίδης συγκρούει τὸ κύπελλον αὐτοῦ πρὸς τὸ κύπελλον τῆς Καλλιόπης. — Ὅταν τὸ θελήσετε σεῖς γίνεται.