Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1888 - 099.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
99

δένια[Στένων]. Δὲν ἔπρεπε νὰ τὴν ἀφήσω τόσον γρήγορα… ἀλλὰ ἐκοκκίνισε καὶ ἐτραβήχθη μόνη της… μοῦ ἐφάνη κ’ ἐμὲ ὅτι θὰ ἦτο ἄτοπον νὰ τὴν κρατήσω περισσότερον… ἐν τούτοις χωρὶς νὰ θέλω τὴν ἐκράτησα ὀλίγον… Εἷνε τόσον φυσικὸν αὐτὸ τὸ πρᾶγμα… καὶ τόσον εὐχάριστον!… Δυστυχία μου, ἂν μ’ ἔβλεπεν ἡ Χαρίκλεια ἐκείνην τὴν στιγμήν… δὲν θὰ εἶχα ἡσυχίαν δι’ ἕνα μῆνα τοὐλάχιστον… Καὶ καλὰ ποῦ δὲν μὲ εἶδε, διότι θὰ ἐλυπεῖτο… καὶ δὲν θέλω νὰ τὴν λυπῶ τὴν καϋμένην!… Εἶναι τόσον καλὴ… καὶ μὲ ἀγαπᾷ!… ἐνῷ ἐγὼ κάθημαι καὶ σκέπτομαι αὐτὴν τὴν νέαν… Εἶμαι καὶ ἄδικος καὶ ἀνόητος.., ἀφοῦ τὴν ἀγαπῶ κ’ ἐγὼ τί βασανίζω τὸν νοῦν μου μὲ αὐτὴν τὴν ἄλλην… Ἂς πάγω νὰ εὕρω τὴν Χαρίκλειάν μου… [Βλέπων αἴφνης τὴν νεάνιδα] Μπᾶ! νά την…

Νεᾶνις ὑπομειδιῶσα. — Πῶς δὲν εἶσθε εἰς τὸν κῆπον, κύριε Μαλσταμίδη;

Μαλσταμίδης μειδιῶν μετὰ πολλῆς εὐχαριστήσεως. — Κ’ ἐγὼ σᾶς ἐζήτουν τόσην ὥραν.

Νεᾶνις ἔκπληκτος. — Ἐμέ;

Μαλσταμίδης. — Μάλιστα, κυρία μου…

Νεᾶνις εἴρων. — Διὰ νὰ σᾶς εὐχαριστήσω καὶ πάλιν ὅτι μ’ ἐσώσατε ἀπὸ τὸ λουτρόν;

Μαλσταμίδης αἰσχυντηλῶς. — Ἄ, σᾶς παρακαλῶ....

Νεᾶνις. — Διὰ τί ἄλλο νὰ μὲ ζητήσετε;

Μαλσταμίδης συγκεχυμένος. — Μά…

Νεᾶνις μειδιῶσα. — Ἐὰν δὲν σᾶς ἤρκεσεν ἕνα εὐχαριστῶ νὰ σᾶς εἰπῶ καὶ ἄλλα…

Μαλσταμίδης. — Ὄχι δά…

Νεᾶνις. — Καὶ ἂν ἐπετάξατε τὸ τριαντάφυλλόν μου νὰ σᾶς δώσω ἄλλο.

Μαλσταμίδης φέρων τὸ βλέμμα εἰς τὴν κομβιοθήκην αὐτοῦ. — Νὰ τὸ πετάξω;… Μπᾶ, θὰ μοῦ ἔπεσε… [Προσποιούμενος ὅτι ἐρευνᾷ κύκλῳ αὐτοῦ]. Ποῦ μοῦ ἔπεσε;

Νεᾶνις. — Μὴ τὸ ζητῆτε… δὲν ἀξίζει τὸν κόπον… ἀρκεῖ ὅτι δὲν τὸ ἐπετάξατε…

Μαλσταμίδης. — Σᾶς βεβαιῶ…

Νεᾶνις δίδουσα αὐτῷ τὴν ἀνθοδέσμην αὐτῆς. — Τότε νὰ