Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1887 - 139.jpg

Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
139

νὰ μεταβῆτε καὶ πάλιν εἰς τὸ καφενεῖον τοῦ Χαραμῆ ἢ τὴν λέσχην τοῦ χαρτοπαιγνίου. Ἀλλ’ αἴφνης διέρχεται ὁ θάνατος κάτωθεν τοῦ δωματίου σας, ἡ ὀσμὴ τοῦ νεκρωσίμου λιβάνου σᾶς φέρει σκοτοδίνην καὶ ἡ διάτορος ὠρυγὴ τῶν παπάδων σᾶς φέρει εἰς τὸ οὖς τὴν ἑξῆς παραμυθίαν: πάντα ματαιότης τὰ ἀνθρώπινα… οἴμοι! ποῖον ἀγῶνα ἔχει ἡ ψυχὴ χωριζομένη ἐκ τοῦ σώματος……

Καὶ τὴν στιγμὴν ἐκείνην νομίζετε ὅτι θὰ χωρισθῇ καὶ ἡ δική σας ψυχὴ ἀπὸ τὸ σῶμα, ἔρχεται ὁ ἰατρὸς καὶ σᾶς εὑρίσκει χειρότερα, παρ’ ὅσον ἤλπιζε, καὶ ἂν ἧσθε ὀλίγον ὑποχόνδριος, ταξειδεύετε καὶ σεῖς τὴν ἐπαύριον εἰς ἐντάμωσιν τοῦ μακαρίτου, διότι πολλοὶ ἀποθνήσκων ἐκ τοῦ.... φόβου μὴ ἀποθάνωσιν.

Παρόμοιαι σκηναὶ εἰσίν ἀφεύκτως ἄπειροι, ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός. Ἑκάστη κηδεία διελαύνουσα μεταδίδει, ὡς σφοδρὸν ἠλεκτρικὸν ῥεῦμα, σπασμοὺς λύπης, στενοχωρίας, πένθους, φρίκης, ἀπογνώσεως καὶ ἐπιφέρει ψυχολογικὸν κατακλυσμὸν εἰς τὴν ψυχὴν ἑκάστου διαβάτου, μὲ τὸν ὁποῖον συναντᾶται.

Ὁ Ζαλοκώστας περιέκλεισεν εἰς ἕνα μόνον ἀμίμητον στίχον τὴν ἀπαισίαν ἐντύπωσιν, ἣν ἐμποιεῖ ὁ διελαύνων θάνατος:

«Γι’ αὐτὸ σωπαίνουν τὰ βιολιὰ ὅταν νεκρὸς περνάει»

Ἀλλ’ ἆρά γε τί κερδίζει ὁ νεκρὸς ἢ οἱ κληρονόμοι τοῦ θανόντος διὰ τῆς πολυτελοῦς αὐτῆς πομπῆς καὶ τῶν σπασμωδικῶν οἰμωγῶν τῶν νεκροψαλτῶν;

Καὶ ὑποτιθεμένων ὅτι ἡ φιλοδοξία τοῦ μακαρίτου εὐχαριστεῖται, εἶνε δίκαιον ἆρά γε ἡ εὐχαρίστησις αὐτὴ ἑνὸς νεκροῦ νὰ πληρόνεται μὲ τὴν μελαγχολικὴν διέγερσιν χιλίων ζώντων, οὓς παραμερίζει διερχομένη ἑκάστη κηδεία, ἀπολιθοῦσα πάντα διαβάτην ὑπὸ τὸ κράτος μιᾶς ἀπαισίας ἐντυπώσεως, τῆς φρίκης τοῦ θανάτου, δι’ ἧς πληροῖ τὴν ἀτμοσφαῖραν ὅθεν διέρχεται;

Δὲν ἠξεύρω τί θὰ μὲ εἴπωσιν οἱ μετὰ φανατισμοῦ ὑποστηρίζοντες τὸ καθεστὼς τῶν παραδόσεων καὶ τῶν ἐθίμων,