Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου (1886).djvu/90

Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
ΚΩΝΣΤ. Φ. ΣΚΟΚΟΥ

Ο ΦΟΡΟΣ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ

(Ἀναμνήσεις τῆς ἐπιστρατείας τοῦ 1881).

Ὅταν ἐκλήθην ν' ἀποτίσω κ' ἐγὼ τὸν φόρον τοῦ αἵματος τόσον ἐμέθυσα ἀπὸ ἐνθουσιασμὸν — διότι ᾐσθανόμην ὅτι ἡ πατρὶς ὅλη ἐκυκλοφόρει ὡς καμπανίτης εἰς τὰς φλέβας μου — ὥστε καὶ αὐτὴ ἀκόμη ἡ φυσιογνωμία τοῦ χωροφύλακος καὶ τοῦ ἐνωμοτάρχου μοὶ ἐφάνη συμπαθὴς καὶ ἀξιέραστος.

Θὰ μὲ χλευάσετε ἴσως· ἀλλὰ τί νὰ γίνῃ! Ἡμεῖς οἱ ἐπαρχιῶται ἔχομεν, βλέπετε, τὴν ἀνοησίαν ἐνίοτε νὰ ἠλεκτριζώμεθα εἰς τὴν λέξιν: πατρίς.

Ὁ δήμαρχός μας — καλή του ὥρα! — πρακτικὸς καὶ φρόνιμος ἄνθρωπος, ἐπρότεινεν εἰς τὴν μητέρα μου νὰ μ' ἐξαιρέσῃ, διότι — ὡς ἰσχυρίζετο — εἶχε τὰ μέσα μὲ τὴν κυβέρνησιν, ἡ ὁποία τοῦ ἐχρεώστει δύω βουλευτὰς ἰδικούς του. Ἀλλ' ἐγὼ ἐθεώρησα ὡς ὕβριν τὴν καλοκάγαθον προσφοράν του.

Ἐξάπαντος θὰ μὲ ἐξέλαβεν ὡς τρελλὸν ἢ ἠλίθιον.

Ἀφῆκα τὴν μελέτην μου, ἐζήτησα τὴν εὐλογίαν τῆς μητρός μου, κατεφίλησα τὰ μικρά μου ἀδέλφια, καὶ μὲ τὸ πρῶτον ἀτμόπλοιον ἀνεχώρησα πετῶν εἰς Ἀθήνας.

— Μπρέ! πῶς 'βρέθηκες ἐδώ; μοῦ λέγει ὁ βουλευτὴς τῆς ἐπαρχίας συναντήσας με εἰς τὴν αὐλὴν τοῦ Φρουραρχείου.

Ὑπερήφανος καὶ δακρύων ἀπὸ συγκίνησιν τῷ ἀπήντησα ὅτι ἦλθον νὰ χύσω τὸ αἷμά μου διὰ τὴν πατρίδα!

Μὲ ἠτένισε μειδιῶν καὶ μὲ ἔσυρεν εἰς τινα γωνίαν τῆς αὐλῆς:

— Θέλεις νὰ σ' ἐξαιρέσω καὶ σένα; Ἡ ἐπιτροπὴ εἷνε 'δική μας. Ναὶ μὲν εἶσαι ὁλοστρόγγυλος ἀπὸ ὑγεία, ἀλλ' ἔννοια σου! 'Πὲς πῶς πάσχεις ἀπὸ ἰσχίασιν· εἶνε νόσημα ποῦ δὲν φαίνεται.


90