Σελίδα:Ελεγεία και Σάτιρες.djvu/41

Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.

Ποιὰ θέληση θεοῦ μᾶς κυβερνάει,
ποιὰ μοῖρα τραγικὴ κρατάει τὸ νῆμα
τῶν ἄδειων ἡμερῶν ποὺ τώρα ζοῦμε
σὰν ἀπὸ μιὰ κακή, παλιὰ συνήθεια;

Πρὶν φτάσουμε στὴ μέση αὐτοῦ τοῦ δρόμου,
ἐχάσαμε τὴ χρυσὴ πανοπλία,
καὶ μόνο τὸ μεγάλο ἐρώτημά μας
ὁλοένα πιὸ σφιχτὰ μᾶς περιβάλλει.

Χωρὶς πίστη κι ἀγάπη, χωρὶς ἕρμα,
ἐγίναμε τὸ λάφυρο τοῦ ἀνέμου,
ποὺ ἀναστρέφει τὸ πέλαγος. Θὰ βροῦμε
τουλάχιστον τὸ βυθὸ τῆς ἀβύσσου;

38