Σελίδα:Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού (1914).djvu/9

Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
4
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
2
ΤΗΣ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑΣ
(1453)
[Μεταξὺ τῶν πολυαρίθµων θρήνων ἐπὶ τῇ ἁλώσει τῆς Κωνσταντινουπόλεως, οἵτινες συνετάχθησαν εὐθὺς μετὰ τὴν καταστροφήν, διακρίνονται τὰ δημοτικὰ ᾄσματα, διότι µόνα ταῦτα ἐκφράζουν μὲ βαθεῖαν ἁπλότητα συναίσθηµα ἐγκαρτερήσεως πρὸς τὰ μεγάλα ἐθνικὰ δεινὰ καὶ βεβαίαν τὴν ἐλπίδα τοῦ δουλωθέντος γένους περὶ ἐλευθερίας καὶ ἀνορθώσεως. Εἴναι δ’ ἀληθῶς ἄξιον θαυμασμοῦ ὅτι ταῦτα ἐγεννήθησαν καθ’ ὃν χρόνον τὸ ἔθνος ἐφαίνετο ἀπολέσαν τὰ πάντα, πεσούσης τῆς Κωνσταντινουπόλεως, καὶ οὐδαμόθεν ὑπέφωσκέ τις ἀκτὶς ἐλπίδος. Ἀλλ’ ἡ µεγάλη συμφορὰ τοῦ ἔθνους εὑρίσκεται ἀκριβῶς εἰς τὸ µεταίχμιον τοῦ φόβου καὶ τῶν ἐλπίδων, τῆς ἀπογνώσεως καὶ τῆς ἀναθαρρήσεως. Διότι πρὸ ταύτης μὲν τὰ περὶ τοῦ μέλλοντος μαντεύματα ἦσαν ἁπαίσια, καὶ προανήγγελλον ὄλεθρον καὶ καταστροφάς, μετὰ δὲ τὴν ἅλωσιν ἀντίθετα ὅλως διεδίδοντο, µαρτυροῦντα μεταβολὴν τοῦ φρονήµατος τοῦ ἔθνους. Ἀπὸ πολλοῦ μὲν χρόνου πρὸ τῆς ἁλώσεως τῆς πρωτευούσης τοῦ κράτους ἐφέροντο χρησμοὶ περὶ τῆς ἐπικειμένης καταστροφῆς, εὐθὺς δ’ ὅμως μετὰ τὴν ἅλωσιν ἐγεννήθησαν αἴσιαι περὶ τῆς µελλούσης τύχης τοῦ ἔθνους ἐλπίδες, καὶ ἐρριζώθη ἡ πεποίθησις παρὰ τῷ ἑλληνικῷ λαῷ, ὅτι ἀφεύκτως διὰ τῆς σπάθης θ’ ἄνακτήσῃ τὴν διὰ τῆς σπάθης ἁρπασθεῖσαν ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν πατρικὴν κληρονομίαν.]


Σημαίνει ὁ Θιός, σημαίνει ἡ γῆς, σημαίνουν τὰ ἐπουράνια,
σηµαίνει κ’ ἡ ἁγιὰ Σοφιά, τὸ µέγα μοναστῆρι,
μὲ τετρακόσια σήµαντρα κ’ ἑξηνταδυὸ καµπάναις,
κάθε καμπάνα καὶ παπᾶς, κάθε παπᾶς καὶ διᾶκος.
Ψάλλει ζερβὰ ὁ βασιλιᾶς, δεξιὰ ὁ πατριάρχης,
κι’ ἀπ’ τὴν πολλὴ τὴν ψαλμουδιὰ ἐσειόντανε οἱ κολόνναις.
Νὰ μποῦνε ’ς τὸ χερουβικὸ καὶ νά βγῃ ὁ βασιλέας,
φωνὴ τοὺς ἦρθε ἐξ οὐρανοῦ κι’ ἀπ’ ἀρχαγγέλου στόµα.
«Πάψετε τὸ χερουβικὸ κι’ ἃς χαμηλώσουν τ’ ἅγια,
παπᾶδες πᾶρτε τὰ γἱερά, καὶ σεῖς κεριὰ σβηστῆτε,
γιατί εἶναι θέληµα Θεοῦ ἡ Πόλη νὰ τουρκέψῃ.
Μὸν στεῖλτε λόγος ’ς τὴ Φραγκιά, νά ρτουνε τριὰ καράβια·
τό να νὰ πάρῃ τὸ σταυρὸ καὶ τἄλλο τὸ βαγγέλιο,
τὸ τρίτο, τὸ καλύτερο, τὴν ἅγια τράπεζά µας,