Σελίδα:Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού (1914).djvu/22

Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
17
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ

Κ’ ἐκεῖνος τ’ ἀποκρίθηκε καὶ στρίφτει τὸ μουστάκι.
«Πάτε καὶ σεῖς κ’ ἡ πίστη σας, µουρτάταις, νὰ χαθῆτε!
Ἔγὼ Γραικὸς γεννήθηκα, Γραικὸς θὲ ν’ ἀποθάνω.
Ἂ θέλετε χίλια φλωριὰ καὶ χίλιους μαχμουτιέδες,
μόνον ἑφτὰ μερῶν ζωὴ θέλω νὰ μοῦ χαρίστε,
ὅσο νὰ φτάσῃ ὁ Ὀδυσσεὺς καὶ ὁ Θανάσης Βάγιας».
Σὰν τ’ ἄκουσε ὁ Χαλὶλ µπέης, ἀφρίζει καὶ φωνάζει.
«Χίλια πουγγιὰ σᾶς δίνω γὼ κι’ ἀκόμα πεντακόσια,
τὸ Διᾶκο νὰ χαλάσετε, τὸ φοβερὸ τὸν κλέφτη,
γιατὶ θὰ σβήσῃ τὴν Τουρκιὰ κι’ ὅλο µας τὸ ντοβλέτι».

Τὸ Διᾶκο τότε παίρνουνε καὶ ’ς τὸ σουβλὶ τὸν βάζουν,
ὁλόρτο τὸν ἐστήσανε κι’ αὐτὸς χαμογελοῦσε,
τὴν πίστη τοὺς τοὺς ὕβριζε, τοὺς ἔλεγε µουρτάταις.
«Σκυλιὰ κ’ ἃ μὲ σουβλίσετε, ἕνας Γραικὸς ἐχάθη.
Ἂς εἶν’ ὁ Ὀδυσσεὺς καλὰ κι’ ὁ καπετὰν Νικήτας,
ποῦ θὰ σᾶς σβήσουν τὴν Τουρκιὰ κι’ ὅλο σας τὸ ντοβλέτι».


Στ. 1. Χαλκωμάτα. Χωρίον ἐπὶ τῆς ὁδοῦ τῆς Ἀμϕίσσης, τὸ ὁποῖον κατεῖχε τῆν 23 Ἀπριλίου τὸ σῶμα τοῦ Πανουργιᾶ· κατὰ τούτου τὸ πρῶτον ἐπετέθησαν οἱ Τοῦρκοι καὶ τρέψαντες αὐτὸ ἐστράφησαν εἶτα κατὰ τοῦ Διάκου, ἐνισχύσαντες τοὺς κατ’ αὐτοῦ µαχοµένους. Στ. 2. Ζιτοῦνι ἡ Λαμία. Στ. 5. Ὁ Δημήτριος Καλύβας ἦτο ὁπλαρχηγὸς τοῦ Διάκου, ὁ δὲ Λεβεντογιάννης εἶναι βεβαίως ὁ Μπακογιάννης, ἕτερος ὁπλαρχηγὸς αὐτοῦ· ἀμφότεροι ἐτάχθησαν ὑπὸ τοῦ Διάκου εἰς τὴν γέφυραν τῆς Ἀλαμάνας καὶ ἔπεσαν ἠρωϊκῶς. Στ. 10. τὸν ταϊφᾶ του = τοὺς ὑπ’ αὐτὸν ἄνδρας, τὸ σῶμά του (λ. ἀραβική). Στ. 22. ἀνάψαν τὰ τουφέκια ἐπυρακτώθησαν. Στ. 31. μαχμουτιὲς χρυσοῦν νόµισµα, ὀνομασθὲν οὕτως ἀπὸ τοῦ σουλτάνου Μαχμοὺτ τοῦ Α΄ (1730 - 1754). Στ. 36. Ἀπὸ τὸν Θανάση Βάγιαν ἂν καὶ στενῶς συνδεδεµένον μετὰ τοῦ Ὀδυσσέως Ἀνδρίτσου, δὲν ἠδύνατο νὰ περιµένῃ ἐπικουρίαν ὁ Διᾶκος. Ὁ διαβόητος ἔμπιστος τοῦ Ἀλῆ πασᾶ ἔμενεν εἰς τὰ Ἰωάννινα μέχρι τοῦ θανάτου τοῦ Ἀλῆ, ὅπότε ᾐχμαλωτίσθη ὑπὸ τοῦ Χουρσίτ. Ἀλλ’ ὁ στίχος καὶ διὰ τὰς χασμῳδίας καὶ διὰ τὸν ἀρχαϊκὸν τύπον τοῦ ὀνόματος τοῦ Λυσέα Ἀνδρίτσου φαίνεται ἐφθαρμένος. Ἄλλως δὲ ἐν μιᾷ µόνον παραλλαγῇ φέρεται. Στ. 37. Χαλὶλ µπέης. Ἐντόπιος Λαμιεὺς ἐκ τῶν τὰ πρῶτα φερόντων Τούρκων, ὅστις φοθηθεὶς μήπως σωθῇ ὁ Διᾶκος ὑπὸ τοῦ ᾿Ομὲρ Βρυόνη, προσέπεσεν εἰς τοὺς πόδας τοῦτου καὶ τοῦ Κιοσὲ Μεχμὲτ πασᾶ, ἱκετεύων νὰ θανατωθῇ διὰ σκληροῦ θανάτου πρὸς παραδειγµατισμὸν ὁ ἐπίφοβος ἄπιστος καπετάνιος. Στ. 40. ντοβλέτι = τὸ κράτος, ἡ κυβέρνησις (λ. ἀραβική). Στ. 45. Καπετὰν Νικήτας. Εἶναι ὁ Νικηταρᾶς, ὅστις δύο μῆνας μετὰ τὴν καταστροφὴν τῆς Ἀλαμάνας ἦλθεν εἰς τὴν Ἀνατολικὴν Ἑλλάδα ἡγούμενος σώματος Πελοποννησίων. Ἐκ τούτου φαίνεται ὅτι ὁ στίχος οὗτος ἂν μὴ ὅλον τὸ ᾆσμα ἐποιήθη μῆνάς τινας μετὰ τὸν θάνατον τοῦ Διάκου.
2