Σελίδα:Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού (1914).djvu/124

Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
119
ΠΑΡΑΛΟΓΕΣ
84
(Ο ΓΥΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΞΕΝΙΤΕΜΕΝΟΥ)
[Τὸ θέµα τῆς ἀναγνωρίσεως τοῦ μετὰ µακροχρόνιον ἀποδημίαν ἐπανερχομένου ἀνδρὸς καὶ τῆς ἐν τῷ οἴκῳ προσδοκώσης τὴν ἐπάνοδον αὐτοῦ συζύγου, εἶναι διεσκευασµένον εἰς τὰ ᾄσματα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ εἰς τρεῖς κυρίους τύπους. Κατὰ τὸν πρῶτον ἡ ἀναγνώρισις γίνεται παρὰ τὴν βρύσην, ἔξω τοῦ χωρίου, κατὰ τὸν δεύτερον ἔξω τῆς οἰκίας, τῆς ὁποίας τὴν θύραν κρούει ὁ σύζυγος, κατὰ τὸν τρίτον ὁμοίως ἔξω τῆς οἰκίας, ὅπου τὸν προσελκύει ὁ κρότος τοῦ ἀργαλειοῦ καὶ ὁ ἦχος τοῦ ᾄσματος τῆς ὑφαινούσης συζύγου. Παρεκβάσεις τῶν τύπων τούτων παρουσιάζουν ὀλίγιστα ᾄσματα, κατὰ τὰ ὁποῖα ἡ ἀναγνώρισις γίνεται ἐν τῇ ὁδῷ ἢ ἐν ἀγρῷ, ὅπου ἡ σύζυγος θερίζει. Ἐξαιρετικῶς εἴς τινα ᾄσματα ὁ σύζυγος καταφθάνει διὰ πλοίου καὶ ἀποβιβάζεται διὰ λέµβου εἰς τὴν ξηράν, εἰς τὰ λοιπὰ ἔρχεται καβαλλάρης καὶ κατὰ τὸ πλεῖστον ὡς κυνηγός, ἀκολουθούμενος ἀπὸ τὰ λαγωνικά του. Ἐπειδὴ δὲ πάµπολλαι εἶναι αἱ φερόμεναι παραλλαγαὶ δὲν εἶναι σπάνιοι οἱ συμφυρμοὶ μετ’ ἄλλων ᾀσμάτων, µάλιστα μετὰ τῆς Ῥιμάτας τῆς ἐγκαταλειφθείσης κόρης καὶ τοῦ ᾄσματος τῆς ξενιτειᾶς, ἐν ᾧ ὁ σύζυγος ἑτοιμάζει τὴν νύκτα τὸν ἵππον του πρὸς ἀναχώρησιν, συμπραττούσης καὶ τῆς συζύγου. Συμφυρμὸς δὲ καὶ σύγχυσις εἰς πολλὰς παραλλαγὰς παρατηρεῖται καὶ τῶν διαφόρων τύπων τοῦ αὐτοῦ ἄσματος, ὡς λ.χ. ὅταν ἡ ἀναγνώρισις γίνεται παρὰ τὴν βρύσιν καὶ ἡ σύζυγος διατάσσει τὰς ὕπηρετρίας ν’ ἀνοίξουν τὴν θύραν καὶ νὰ ἐτοιμάσουν τὴν κλίνην.
 Τὸ θέµα τοῦτο µεγάλην ἔχει διάδοσιν εἰς τὴν ποίησιν τῶν εὑρωπαϊκῶν λαῶν, γνωστότατον δ’ ὅτι τὸ παλαιότατον καὶ ἀνυπερβλήτου κάλλους πρότυπον τῆς διασκευῆς αὐτοῦ εἶναι τὸ ἐν τῇ Ὀδυσσείᾳ ἐπεισόδιον τῆς ἀναγνωρίσεως τοῦ Ὀδυσσέως καὶ τῆς Πηνελόπης. Πρὸς τὸ ὁμηρικὸν πρότυπον ὀλίγας, ἐξωτερικὰς μᾶλλον, ὁμοιότητας παρουσιάζει τὸ ἑλληνικὸν ᾄσμα, πολλῷ δὲ πλείονας πρὸς τᾄσµατα τῶν εὑρωπαϊκῶν λαῶν, ὁπωςδήποτε δ’ ὅμως ἐγγύτερον τῶν ᾀσμάτων τούτων πρὸς τὸ ὁμηρικὸν καὶ τρόπον τινὰ εἰς τὸ µεταίχμιον τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς καὶ τῆς µέσης καὶ νεωτέρας εὑρωπαϊκῆς δηµώδους ποιήσεως φαίνεται εὑρισκόμενον τὸ ᾆσμα τοῦ ἡμετέρου λαοῦ (Πρβλ. τὰ σηµάδια, τὰ ὁμηρικὰ σήματα, ἐκ τοῦ συζυγικοῦ θαλάµου, τὴν ὑφαίνουσαν σύζυγον, τὴν παρασκευὴν τῆς συζυγικῆς κλίνης κττ.). Ἐκ τῶν ὁμοιοτήτων δὲ πρὸς τἄλλα εὑρωπαϊκὰ ᾄσματα μνημονεύομεν τὴν πρότασιν γάµου τοῦ ἀγνώστου ξένου πρὸς τὴν γυναῖκά του (ἐν τῷ Β’ καὶ τῷ Γ’ ἑλληνικῷ τύπῳ) καὶ τὴν ἀγγελίαν τοῦ δῆθεν θανάτου τοῦ συζύγου. Ἀλλ’ ὅ τι πρὸ πάντων διακρίνει τὸ ἡμέτερον ᾄσμα τῶν ἄλλων εἶναι ἡ ἀκραιφνὴς ἑλληνικότης αὐτοῦ, διότι τοσοῦτο στερεῶς εἶναι συνυφασμένον πρὸς τὸν ἑλληνικὸν βίον, ὥστε σχεδὸν εἰς ἕκαστον στίχον αὐτοῦ ἐνωτιζόμεθα ἀπηχήσεις ἠθῶν, ἐθίμων καὶ συναισθηµάτων τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ ἢ βλέπομεν διαγραφοµένας ἀναπαραστάσεις ἑλληνικῶν τοπείων.]

Ἔρρόδισε γἡ ἀνατολὴ καὶ ξημερώνει ἡ δύση,
γλυχοχαράζουν τὰ βουνὰ κι’ ὁ αὐγερινὸς τραυειέται,
πὰν τὰ πουλάκια ’ς τὴ βοσκὴ κ’ οἱ λυγεραῖς ’ς τὴ βρύση.