Σελίδα:Διονύσου Διθύραμβοι.djvu/16

Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.

Ο ΗΛΙΟΣ ΒΥΘΙΖΕΤΑΙ


1

Πολὺ ἀκόμα δὲ θὰ διψᾶς,
φλογισμένη καρδιά!
Ὑπόσχεση εἶναι στὸν ἀγέρα,
ἀπ’ ἄγνωστα στόματα μοῦ σαλπίζεται,
— ἡ μεγάλη αὔρα ἔρχεται…

Ἀπάνου μου φλογιστικὸς τὸ μεσημέρι
ἐστέκονταν ὁ Ἥλιος μου·
γειά σας, ποὺ ἐρχόσαστε, σεῖς ξαφνικὰ ἀγεράκια,
ἐσεῖς τοῦ ἀπογυιόματος πνεύματα δροσερά!

Ἀπόξενος καὶ καθαρὸς φυσάει ὁ ἀγέρας.
Δὲ μὲ στραβοκοιτάζει ἡ νύχτα
μὲ τὴ λοξὴ
τὴν ξελογιάστρα της ματιά;…
Κρατήσου δυνατή, ὦ γενναία μου καρδιά!
Μὴ ρωτᾶς: γιατί;—

16