Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΟΡΝΙΑ
Ποιὸς θέλει νὰ κατέβει ἐδώ,
τὶ γλήγορα
τὰ βύθη καταπίνουν τον!
— Ἀλλὰ ἐσύ, Ζαρατούστρα,
τὴν ἄβυσσο τὴν ἀγαπᾶς ἀκόμα,
τὸ κάμνεις σὰν τὸν ἔλατο; —
Ποὺ ἀπλόνει ρίζες, ὅπου
μὲ ἀνατριχήλα ὁ βράχος ὁ ἴδιος
θωρεῖ τὰ βύθη,—
ποὺ ἀργοπορεῖ στὰ χάη,
στὰ χάη ὅπου ὅλα τριγύρο
θέλουν νὰ κατεβοῦν·
μεταξὺ τῆς ἀνυπομονησιᾶς
ἄγριου κατρακυλίσματος, χείμαρου ποὺ γκρεμίζεται
καρτερικὰ ὑπομένοντας, σκληρός, σιωπηλός,
μόνος.
Μόνος!
Καὶ ποιὸς θὰν τὸ τολμοῦσε
δὼ μουσαφίρης νὰ εἶναι,
σὲ σένα μουσαφίρης;
Ἴσως ἕνα ὄρνιο·
ὁποὺ καλὰ κρεμνιέται
στοῦ ἀκλόνητου τοῦ ὑπόμονου
12