Σελίδα:Γεωργίου X. Ζαλοκώστα Τα άπαντα.djvu/432

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
430

Τὰς κραυγὰς τῆς συνοδίας
Πῶς αὐτὸς νὰ μὴ ἀκούσῃ;
Τῆς μεγάλης του καρδίας
Τί νὰ κρύπτουν οἱ μυχοί;...
Ποῦ ῥεμβάζουσα τοῦ Τούση
Ξενητεύεται ἡ ψυχή;

Ἀπὸ τ’ ἄλγος ναρκωμένη,
Ἡ ψυχή του τῆς παρούσης
Ἀληθείας εἶναι ξἐνη·
Ξένος πόνων τωρινῶν,
Ὀπτασίαν βλέπει ὁ Τούσης
Τὴν σφαγὴν τῶν Ἀθηνῶν.

Δυσμενὴς ἀνάπτων δαίμων
Τοῦ πολέμου τὸν κρατῆρα,
Καὶ ὁ τόπος ὑποτρέμων
Συγκινεῖται... δυστυχῆ,
Ὅ,τι σοῦ ἔγραφεν ἡ μοῖρα
Τὸ προεῖδεν ἡ ψυχή.

Τοῦρκοι κ’ Ἕλληνες ἐντάμα,
Καὶ ὁ θάνατος ἐκχύνει
Τὴν πνοήν του εἰς τὸ δρᾶμα
Ἀδυσώπητος, σκληρὸς,
Κ’ αἱματόνεται ἡ σελήνη
Κ’ αἱματόνεται ὁ σταυρός.