Σελίδα:Γεωργίου X. Ζαλοκώστα Τα άπαντα.djvu/403

Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
Ο ΒΟΤΣΑΡΗΣ


Τὺ δὲ . . . . . .
. . . . . . . . Εὐ-
ανθέ’ ἀπέπνευσας ἁλικίαν
προμάχων ἂν ὅμιλον, ἔνθ’ ἄριστοι
ἔσχον πολέμοιο νεῖκος....
ἔτλαν δὲ πένθος οὐ φατόν
(ΠΙΝΔΑΡΟΣ).




A΄.



Ο λέων ὅταν ἔξαφνα
Τὴν ἄλυσσίν του σπάσῃ,
Τὴν ἀλαζόνα χαίτην του
Βρυχώμενος τινάσσει,
Καὶ βλέμματα τριγύρω του
Τοξεύει φλογερά.

Μὲ τοὺς ἀλκίμους ὄνυχας
Τοὺς φύλακάς του
Κ' αἱματωμένα, σπαίροντα
Τὰ σπλάγχνα των σκορπίζει,
Καὶ σημαδεύει μὲ αἵματα
Τὸν δρόμον ποῦ περᾷ.