Σελίδα:Γεωργίου X. Ζαλοκώστα Τα άπαντα.djvu/395

Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
393

Τῆς ἀρετῆς οὐδέποτε τὸ θάῤῥος καταβάλλει
Ἐλπὶς ἀποδημοῦσα,
Ἀλλ' εἰς τοῦ νοῦ της τὰς πτυχὰς ἐλπὶς ἐκλάμπει ἄλλη,
Τὴν πρὶν ζωογονοῦσα.


ΡΟΔΟΝ ΚΑΙ ΧΟΡΤΑΡΙ

Ενα λουλοῦδι, ὁποῦ κυρτὸ τὸν ἥλιο ἀκολουθοῦσε,
— Ἥλιος ἐλέγονταν καὶ αὐτὸ —
Εἰς ἕναν κῆπο φουντωτὸ
Τριανταφυλλιὰ άγαποῦσε.

— Ἔλα νὰ γίνωμε τὰ δυὸ ζευγάρι ταιριασμένο,
Ἔλα, τριανταφυλλιὰ χρυσῆ,
Γιατὶ εἶσαι μυρωδάτη ἐσὺ,
Κ’ ἐγὼ καμαρωμένο.

— Σώπα, λουλοῦδι ἀμύριστο, λουλοῦδι χωρὶς χάρι,
Ἕνα ἀηδονάκι τοῦ μιλᾷ·
Τὸ ῥόδο ποῦ μοσχοβολᾄ,
Δὲν μοιάζει στὸ χορτάρι. —