Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
319
ΤΟ ΕΡΓΟΧΕΙΡΟΝ ΤΗΣ ΛΙΓΕΡΗΣ.
αποσπασμα.
Mια λιγερὴ καθότανε μὲ ἀργόχερο στὸ χέρι,
Κεντᾷ δυὸ ὁλόγυμνα σπαθιὰ σμιγμένα σὰν τρικέρι,
Καὶ μέσ’ ’στὴ μέση ἕνα σταυρὸ μ’ ἀνθὸ στεφανωμένο.
............................................
............................................
— Γιὰ ποιὸν κεντᾷς τὸ φλάμπουρο; μὴ τὸ κεντᾷς γιὰ μένα;
— Ἔχει σπαθιὰ τὸ φλάμπουρο καὶ σὺ σπαθὶ δὲν ἔχεις.
Καὶ νὰ τὸ δεύτερο παιδὶ ξαρμάτωτο καὶ ἐκεὶνο·
— Γιὰ ποιὸν κεντᾷς τὸ φλάμπουρο; μὴ τὸ κεντᾷς γιὰ μένα;
— Ἔχει σταυρὸ τὸ φλάμπουρο καὶ οἱ τοῦρκοι τὸν πατοῦνε. —
Ἐμπαίνουνε στὴν ἐκκλησιὰ καὶ ὁρκίζονται τἀδέλφια,
Καὶ ἁρματωμένοι παίρνουνε τὸ δρόμο του καθένας,
Ὁ Θεσσαλὸς στὸ Δομοκὸ, στὴν Ἄρτα ὁ Ἠπειρώτης.