Σελίδα:Γεωργίου X. Ζαλοκώστα Τα άπαντα.djvu/208

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
206

Βάρβαροι, ποῦ προσκυνᾶτε
Ἕναν ψεύτη καὶ ἕνα ἀστέρι,
Ὅσῳ θέλετε χτυπᾶτε,
Χίλιοι ἐσεῖς, τὸν μοναχό.
Δὲν τὸ πιάνει τούρκου χέρι
Τὸ λιοντάρι ζωντανό.

Πληγὲς δέχεται καὶ δίνει,
Ὅσῳ ποῦ στὴ γῆ πεσμένος
Τὸ πολύτιμο αἷμα χύνει…
Ὅπου τὤφυγε ἡ ψυχὴ,
Εἶναι ὁ τόπος ἁγιασμένος,
Εἶναι ἐπίσημη ἡ σκηνή.

Προσκυνῶ σὰν Ἁγιαστήριο
Τὴ σκηνὴ τὴ δοξασμένη,
Ὅπου τὸ αἷμά του εἶν’ μυστήριο
Ὡς τὴν ὕστερη σταξιά·
Προσκυνῶ τὴν τιμημένη
Τῆς δουλείας ξαγορά.

Ἄψυχο νεκρὸ τὸν γδαίνει
Ἡ τουρκιὰ, καὶ τὴ στολή του,
Ποῦ ἦταν ὅλη ἀετωμένη,
Τὴν εὑρῆκε· μοναχὰ
Δὲν εὑρέθη τὸ σπαθί του
Καὶ ἡ κορώνα πουθενά.