Σελίδα:Γεωργίου X. Ζαλοκώστα Τα άπαντα.djvu/207

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
205

Φθάνει, ἀνοίγει, σφάζει, ῥίχνει,
Ἀνεμίζει ἁρματωμένους,
Παντοῦ φαίνεται, ἀλλοῦ δείχνει,
Καὶ χτυπᾷ τὸ χέρι ἀλλοῦ…
Λάμψη στερινὴ τοῦ Γένους,
Ὕστερος φραγμὸς τοῦ ἐχθροῦ!

Στερινὴ, ποιὸς εἶπε;… λάμψη
Χύνει αἰώνια τὸ σπαθί του,
Ποῦ κατόπι θὰ ἀναλάμψῃ
Στῆς Ἑλλάδος τὰ παιδιά.
Κληρονόμοι ἡμεῖς δικοί του
Θὰ βαροῦμε τὴν τουρκιά.

Στὴν ἀρχὴ, τοῦ κάθε ἀπίστου
Παραλυέται ὁ νοῦς καὶ ἡ κρίση·
Θαῤῥοῦν ἄγγελο τοῦ Ὑψίστου
Τὸν ὡραῖον πολεμιστὴ,
Ποῦ κατέβη νὰ ἀφανίσῃ
Ὅ,τι ἐκέρδισαν αὐτοί.

Στὴν ψυχὴ τῶν τούρκων ὅμως
Ἡ κατάπληξη μουλλόνει,
Ὠλιγόστευσεν ὁ τρόμος,
Ἐπερίσσευσε ὁ θυμὸς,
Καὶ τὸν Κωνσταντῖνο ζώνει
Ἀναμέτρητος ἐχθρός.