Σελίδα:Αθηναΐς Α αρ. 4.djvu/1

Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.


ΕΤΟΣ Α΄.ΑΡΙΘ. 4
ΑΘΗΝΑΙ.—ΑΠΡΙΛΙΟΣ 1876.


ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ
ΕΤΗΣΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΕΚΑΣΤΟΝ ΦΥΛΛΟΝ
ΠΡΟΠΛΗΡΩΤΕΑ ΤΙΜΑΤΑΙ

Ἐν Ἑλλάδι....................................................................................................................................................................................................................................................Δρ. 2.—

ΕΚΔΙΔΟΤΑΙ ΑΠΑΞ ΤΟΥ ΜΗΝΟΣ

Λεπτῶν....................................................................................................................................................................................................................................................20

Ἐν τῇ ἀλλοδαπῇ....................................................................................................................................................................................................................................................0»0 2.50

261—ΓΡΑΦΕΙΟΝ ΟΔ. ΕΡΜΟΥ—261


ΠΡΟΣ ΤΟ ΚΟΙΝΟΝ

Ἡ γενναία ὑποστήριξις, ἧς ἡ Ἀθηναΐς ἀπολαμβάνει ἐκ μέρους τῶν κκ. συνδρομητῶν καὶ τοῦ τύπου τῆς πρωτευούσης ἐπιβάλλει ἡμῖν τὸ καθῆκον νὰ ἐκφράσωμεν δημοσίᾳ τας πρὸς αὐτοὺς ἐγκαρδίους ἡμῶν εὐχαριστήσεις.

Ἀναγνωρίζομεν πολλὰς ἐλλείψεις, πλὴν ὁμολογοῦμεν συγχρόνως καὶ τὴν προθυμίαν ἡμῶν ὅπως ἀνταποκριθῶμεν εἰς τας ἀπαιτήσεις τῶν ἡμετέρων συνδρομητῶν πάντοτε ὅμως ἐντὸς τοῦ προγγράμματος μας.

Τοὺς ἐκ τῆς «Αὔρας» προσελθόντας συνδρομητὰς ἡ διεύθυνσις δέχεται μετὰ χαρᾶς καὶ ὑπόσχεται αὐτοῖς τὴν ἀκριβῆ ἐκτέλεσιν πάσης ὑποχρεώσεως. Εἰδοποιοῦνται δὲ πάντες οἱ ἐνδιαφερόμενοι ὅτι εἰς οὐδένα μὴ προπληρώσαντα θέλει ἀποσταλεῖ τὸ φύλλον, καθότι εἰς οὐδένα ἐπιθυμοῦμεν νὰ ἐπιβληθῶμεν. Οἱ ἐκ τῶν ἐπαρχιῶν συνδρομηταὶ ἂς πέμπωσι τὴν συνδρομήν των εἰς γραμματόσημα.

Ἡ Διεύθυνσις.


Η ΑΓΑΠΗ.

Ἡ θρησκεία ζητοῦσα νὰ ἀναπλάσῃ τὴν ἀνθρωπίνην καρδίαν καὶ διὰ τοῦτο νὰ στρέψῃ τὰς διαθέσεις ἁπάσας καὶ τὴν ἀγάπην ἡμῶν πρὸς ὄφελος τῆς ἀρετῆς ἐπενόησε νέον πάθος· δὲν μετεχειρίσθη, ὅπως ὀνομάσῃ αὐτὸ, οὔτε τὴν λέξιν ἔρως, ἥτις δὲν εἶναι ἀρκετὰ ἀκριβὴς, οὔτε τὴν λέξιν φιλίαν, ἀπόλλυται ἐν τῷ τάφῳ, οὔτε τὴν λέξιν συμπάθειαν, ἥτις συγγενεύει μᾶλλον πρὸς τὸ ὑπερήφανον· ἀλλ’ ἐφεῦρε νέαν λέξιν, τὴν λέξιν ἀγάπην, ἀγάπην ἥτις ἐγκλείει τὰς τρεῖς πρώτας, καὶ ἥτις ἔχει συγχρόνως ἐν ἑαυτῇ καί τι οὐράνιον. Ἐντεῦθεν διευθύνει τὰς ῥοπὰς ἡμῶν πρὸς τὸν οὐρανὸν, ἐξαγνίζουσα καὶ ἀνάγουσα αὐτὰς μέχρι τοῦ Πλάστου· ἐκεῖθεν δὲ διδάσκει ἡμῖν τὴν θαυμασίαν ταύτην ἀλήθειαν ὅτι οἱ ἄνθρωποι ὀφείλουσι νὰ ἀγαπῶσιν ἀλλήλους ἐν τῷ Θεῷ, ὅστις καθιστᾷ τὴν ἀγάπην των ταύτην πνευματικὴν μὴ ἀφίνων ἢ τὴν ἀθάνατον αὐτῆς οὐσίαν ὅπως χρησιμεύσει ὡς ἡ πρὸς αὐτὸν ὁδός.

Πλὴν, ἂν ἡ ἀγάπη, εἶναι χριστιανικὴ ἀρετὴ ἀποῤῥέουσα κατ’ εὐθεῖαν ἐκ τοῦ Αἰωνίου καὶ τοῦ λόγου αὐτου, εὑρίσκεται οὐχ ἧττον ἐπίσης ἐν στενῇ συναφείᾳ πρὸς τὴν φύσιν.

Καὶ ὄντως, ἐν τῇ συνεχεῖ ταύτῃ ἁρμονία τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἀνθρωπότητος ἀναγνωρίζει τις τὸν χαρακτῆρα τῆς ἀληθοῦς θρησκείας. Πολλάκις τά τε ἠθικὰ καὶ τά πολιτικὰ τῶν ἀρχαίων συντάγματα εὑρίσκονται ἐν ἀντιφάσει πρὸς τά τῆς ψυχῆς αἰσθήματα· ἐν ᾧ ἀπ’ ἐναντίας ὁ χριστιανισμὸς σύμφωνος πάντοτε πρὸς τὰς καρδίας δὲν ἐντέλλεται ἀρετάς ἀφῃρημένας καὶ μοναδικάς ἀλλ’ ἀρετὰς χρησίμους ἐξηγμένας ἐκ τῶν ἡμετέρων ἀναγκῶν καὶ ὠφελίμους τοῖς πᾶσιν. Ἔθεσε δὲ τὴν ἀγάπην ὡς πηγὴν ἀνεξάντλητον ἐν τῇ ἐρήμῳ τῆς ζωῆς.

«Ἡ ἀγάπη, λέγει ὁ Ἀπόστολος, μακροθυμεῖ χρηστεύεται· ἡ ἀγάπη οὐ ζηλοῖ· ἡ ἀγάπη οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται, οὐκ ἀσχημονεῖ, οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς, οὐ παροξύνεται, οὐ λογίζεται τὸ κακὸν, οὐ χαίρει ἐπὶ τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δὲ τῇ ἀληθείᾳ, πάντα στέργει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει. Ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει».