Ρεγγίνα Σκάρπα
Συγγραφέας:


Ἐδῶ, στοῦ κόσμου τ’ ἄχαρο
καὶ μολυσμένο χῶμα,
πῶς ἕνα πόδι ἀθάνατο
περιπλανιέται ἀκόμα;
Πνεῦμα καλό, τί σ’ ἔφερε,
τί σὲ βαστάει στὴ γῆ;

Ξενιτεμένος ἄγγελος
εἶσαι, ἀκριβὴ παρθένα!
Τοῦ κάκου μὲ ταπείνωση,
τ’ ἄσπρα φτερὰ κλεισμένα,
ὅλο τὸ φῶς σου ἀπόκρυψες
μὲς τὴν ὡραία ψυχή.

Ποῦθε κρατεῖς, ἀμίλητα
’ς ἐμᾶς τὸ φανερόνει
ὁ ἥλιος ποῦ σὲ χαίρεται,
τ’ ἀέρι ποῦ σὲ ζώνει,
ὅσα λουλούδια βγαίνουνε
στὸ δρόμο ποῦ διαβῇς.

Ἐδῶ τί θέλεις; Κρίματα,
κλάψα παντοῦ καὶ λάβρα·
τὴν ἀδικιὰ στὰ ὁλόχρυσα,
τὴν ἀρετὴ στὰ μαῦρα
θὰ ἰδοὺν τ’ ἀθῷα σου βλέμματα
στὴν ἐξορία τῆς γῆς.

Σὲ κράζουν τ’ ἄστρα, ποὔχανε
λάμψη ἀπὸ σὲ καὶ χάρη
προτοῦ ν’ ἀνοίξῃ ἀπάντεχα
κ’ ἐκεῖθε νὰ σὲ πάρῃ
νέος οὐρανὸς ἀγνώριστος:
ἡ μητρικὴ ἀγκαλιά.

Σὲ κράζουν, καὶ τρεμάμενα
τὸ βράδυ ἂν τ’ ἀγροικήσῃς,
ἔλα, σοῦ λένε ἀπόκρυφα,
ἔλα ψηλὰ νὰ ζήσῃς! -
Καὶ μὲ τ’ ἁγνά τους δάκρυα
σοῦ βρέχουν τὰ μαλλιά.

Ξενιτεμένος ἄγγελος
εἶσαι, ἀκριβὴ παρθένα!
Τοῦ κάκου μὲ ταπείνωση,
τ’ ἄσπρα φτερὰ κλεισμένα,
ὅλο τὸ φῶς σου ἀπόκρυψες
μὲς τὴν ὡραία ψυχή.

Τοῦτα στὸ νοῦ μου ἐφώναξα,
εὐθὺς ποῦ σ’ εἶδα ὀμπρός μου·
ἀλλὰ σὺ τώρα ξέφυγες
τὴν τρικυμία τοῦ κόσμου,
σὰ χελιδόνι πρόθυμο
τὴν ἄνοιξη νὰ βρῇ.

Ἄν, ὦ καλή, στὰ ὀνείρατα,
ὡς ἡ ψυχὴ τὸ ἐλπίζει,
ἰδῶ μὲ μάτι ἀθάμπωτο
ποιὰ λάμψη σὲ στολίζει,
ἀπ’ ταὶς χρυσαὶς ἀχτίναις σου
θὰ κλείσω μία στὸ νοῦ.

Τότε, ἀναμμένη, ὁλόφλογη
ἀπὸ τὰ θεία σου κάλλη,
γιὰ σὲ τραγοῦδι ἀμίμητο
ἡ φαντασία θὰ βγάλῃ·
τραγοῦδι, ποῦ θὰ φαίνεται
σὰν ἦχος τ’ οὐρανοῦ.