Πρώτα και κατόπι
Πρώτα και κατόπι Συγγραφέας: |
Πῶς δυνήθηκα νὰ ζήσω
πρίν, ὦ κόρη, νὰ σὲ ἰδῶ;
Τρέμει ὁ νοῦς νὰ γύρῃ ὀπίσω
εἰς τὸν ἄτυχο καιρό.
Τὸ θυμοῦμαι· ὁ κόσμος ὅλος
ἦταν ἄκαρπη ἐρημιά·
τ' οὐρανοῦ δὲν εἶχε ὁ θόλος
τέτοια ὡραίαν ἀστροφεγγιά.
Δίχως ἄλλο, ἀπὸ τὴν ἄδεια
καὶ ἀσυντρόφιαστη ψυχή,
τῆς νυχτὸς τὰ κρύα σκοτάδια
τότε ἀνέβαιναν ἐκεῖ.
Ξάφνου ἐπρόβαλες ὀμπρός μου,
καί, μὲ χείλη φλογερά:
Ἄστρο, ἐφώναξα, τοῦ κόσμου
εἶν' ἡ ἀγάπη μοναχά.