Πρόγραμμα τελετών
Συγγραφέας:
Νοέμβριος 1886.


Κατὰ τὸ γλυκοχάραμα τῆς προσεχοῦς Δευτέρας
θὰ πέσουν πυροβολισμοὶ περίπου ἑκατόν,
καὶ πάντες τὸ ἐπίσημον θὰ μάθουν τῆς ἡμέρας,
κι' αὐτὸ θὰ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῶν ἄλλων τελετῶν.

Θὰ κλείσῃ κάθε μαγαζὶ ἀμέσως μόλις φέξῃ,
οὔτε θ' ἀνοίξῃ καφενὲς κανένας στὴν Ἀθήνα,
κι' οὔτε κανεὶς θὰ εἰμπορῇ ἀναφανδὸν νὰ παίξῃ
μπιλιάρδο, τάβλι, ντόμινο, πικέτο ἢ κοντσῖνα...

Καθεὶς εἰς τὸν ἐξώστην του σημαίαν θὰ καρφώσῃ,
ἀλλ' ἂν δὲν ἔχῃ πρόχειρον τοιαύτην νὰ στυλώσῃ,
ἂς βάλῃ ὅ,τι εὑρεθῇ στὸ σπίτι του κουρέλι,
ἢ τοῦ παιδιοῦ του τῇς φασκιαῖς ἢ ὅ,τι ἄλλο θέλει.

Ἀλλ' ἀναγκαῖον φαίνεται κι' ἐκ τῶν ἀπαραιτήτων,
νὰ ἔλθουν ἀντιπρόσωποι πασῶν τῶν κοινοτήτων,
κι' ἡ Γαϊδουρόνησος αὐτὴ αὐτοστιγμεὶ ὀφείλει
ἀντιπροσώπους δώδεκα τοὐλάχιστον νὰ στείλῃ.

Καὶ πᾶς ἀρχαῖος Σύλλογος, ποὺ δὲν ὑπάρχει πλέον,
ὀφείλει ἀντιπρόσωπον νὰ στείλῃ ψωραλέον.

Ἐν γένει πᾶς ἐλεύθερος ἥ δοῦλος πατριώτης
ἀνάγκη στὴν Μητρόπολιν νὰ ἔλθῃ ὡς κοινότης,
καὶ ὡς τοιοῦτος βέβαια πολὺ θὰ συντελέσῃ
στὸ ἐθνικὸν τῆς ἑορτῆς, καθ' ὅσον εἰμπορέσῃ.

Ὁ κάθε ἀντιπρόσωπος κοινότητος καὶ μὴ
θὰ πάρῃ καὶ παράσημον ἀκόμη γιὰ τιμή.

Οἱ Δήμαρχοι στὴν αἴθουσαν θὰ ἔμβουν τοῦ χοροῦ
μὲ ὄργανα ἐγχώρια, σουραύλια καὶ νταούλια,
προηγουμένου εὐπρεπῶς ἐκείνου τοῦ σωροῦ
τοῦ ἤδη δημαρχεύοντος τῆς Κέας Κορκοδούλια.

Πᾶς Δήμαρχος ἐρχόμενος στοῦ Παλατιοῦ τὸ μπάλο
ὀφείλει τὰ τσαρούχια του νὰ βγάλῃ δίχως ἄλλο,
κι' ἂς βάλῃ καραμάντουλα ἢ ὅ,τι ἄλλο λάχῃ,
ἀλλέως θ' ἀποβάλλεται κακὴν κακῶς ἐν τάχει.

Εἰς κάθε ἀντιπρόσωπον ἑνὸς καὶ ἄλλου Δήμου
ἀπαγορεύεται ρητῶς καὶ ἡ ὁπλοφορία
καὶ μάλιστα ἐπὶ ποινῇ χρηματικοῦ προστίμου,
διότι ἐνδεχόμενον νὰ γίνῃ φασαρία,
καὶ τίποτε παράξενον μὲς στοῦ σουπὲ τὴ φούρια
νὰ γίνῃ ἔξαφνα καυγᾶς μὲ κάμαις καὶ κουμπούρια.

Πᾶσα κομψὴ χορεύτρια τοῦ τάδε καὶ τοῦ δεῖνα
καλὸν θὰ εἶναι στὸ χορὸ νὰ ἔλθῃ μὲ καρέ,
διότι μὲ τὰ ντεκολτὲ τῶν κυριῶν ἐκεῖνα
ἴσως σκηναὶ τ' Ἀνάκτορα ταράξουν σοβαραί.

Εἰς τοὺς Δημάρχους θὰ δοθῇ λουφὲς ἰδιαιτέρως,
κι' ὀφείλουν εἰς τὸ κοτιλιὸν νὰ λάβουν ὅλοι μέρος.

Εἰς τοὺς παππάδες γεύματα μεγάλα θὰ δοθοῦν
μὲ φαγητὰ νηστήσιμα καὶ γαργαλιστικά,
ἀλλ' εἰς ἐκεῖνα, ὡς εἰκός, δὲν θὰ παρευρεθοῦν
σατανικοὶ ποδόγυροι ἢ ζῷα θηλυκά.

Παππάδες δὲν θὰ προσκληθοῦν τὸ βράδυ τοῦ χοροῦ,
καὶ ρῦσαι, Κύριε, ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ.

Ἴσως εἰς τοῦτον προσκληθοῦν μονάχα ὁ Μακράκης,
ὁ Λάτας καὶ ὁ Δαμαλᾶς καὶ ὁ Καλαποθάκης.

Ὁ τραπεζίτης ὁ Τσυγγρὸς καὶ γεύματα θὰ κάμῃ
διὰ τὸν πάσχοντα λαὸν καθὼς καὶ συναυλίας,
καὶ ἴσως κάθε ἄπορον Πανέλληνα συνδράμῃ
μὲ χαρτονόμισμα πλαστὸν Ἠπειροθεσσαλίας.

Ὁ Δήμαρχος τῶν Ἀθηνῶν θὰ δώσῃ πρὸς τοὺς ἄλλους
κανένα δύο γεύματα κι' ἕνα ἢ δύο μπάλους,
κι' εἰς τοὺς Δημάρχους ἔπειτα τῶν διαφόρων Δήμων
ὡς ἄνθρωπος καὶ δήμαρχος τὰ μάλα ἐπιστήμων
βεβαίως μὲ τὸν πρέποντα θὰ ὁμιλήσῃ τόνον
περὶ καθαριότης κι' ὑγιεινῶν κανόνων.

Καὶ θ' ἀπαντήσῃ πρὸς αὐτὸν ὡς ἄκακον ἀρνίον
ὁ Δήμαρχος ὁ εὐφραδὴς τοῦ Δήμου Κωθωνίων.

Θὰ γίνῃ ὅ,τι γράφομεν καὶ ἂν ἀκόμη βρέξῃ,
καὶ ἐν μέσῳ τῆς ἐξάψεως τοῦ ἐνθουσιασμοῦ
καὶ νέον ἐμβατήριον ἡ μουσικὴ θὰ παίξῃ,
καλούμενον «Περίσσευμα προϋπολογισμοῦ».

Καὶ χάριτες βασιλικαὶ μεγάλαι θὰ δοθοῦν
καὶ ἀρκετοὶ κατάδικοι θὰ ἐλευθερωθοῦν,
πλὴν ἴσως χάρις θὰ δοθῇ κι' εἰς τὸν γνωστὸν Ἀρτόζη,
κι' εἰς ὅσους ἄλλους ἔλεος προσήκει καὶ ἁρμόζει.

Ὁπόσοι τὸ ἐνήλικον ἀμφισβητοῦν ἀκόμη
καὶ πρὸς αὐτὸ ἀντίκειται ἡ αὐστηρὰ των γνώμη,
ἐκεῖνοι ἀποκλείονται τῶν τραπεζῶν καὶ μπάλων,
καὶ οὔτε κἂν τὰ λείψανα θὰ γλείψουν τῶν κοκκάλων...

Πᾶς Ἕλλην τὸν πλησίον του ὀφείλει νὰ ἐξάψῃ
καὶ δεκαπέντε θούρια τοὐλάχιστον νὰ γράψῃ.

Θὰ ὑμνηθοῦν τὰ τρόπαια τῶν πάλαι Κωνσταντίνων,
χωρὶς νὰ λείψουν βέβαια κι' οἱ πρὸ αἰώνων πόθοι,
ὡς ὅτου ὁ Διάδοχος τοῦ ἔθνους τῶν Ἑλλήνων
νὰ βληστημήσῃ τὴ στιγμὴ ποὺ ἐνηλικιώθη.

Καὶ παραστάσεις θὰ δοθοῦν τῶν ἐθνικῶν δραμάτων
μετὰ πολλῶν ὀγκανισμῶν καὶ τραγικῶν σχημάτων.

Καὶ μπεχλιβάνηδες θἀλθοῦν κοντὰ εἰς ὅλα τἄλλα,
καὶ ζῷα καὶ νευρόσπαστα μικρὰ τε καὶ μεγάλα.

Τὰ τῶν προγόνων μνήματα θὰ καταφωτισθοῦν
καὶ θὰ μεθύσῃ ὁ λαὸς ἀπὸ κρασιὰ καὶ μπύρες,
ἐνῷ εἰς τὸν Διάδοχον θὰ παρουσιασθοῦν
οἱ τῆς Βουλῆς ἐγκάθετοι καὶ μυστικοὶ κλητῆρες.

Καὶ ταῦτα μὲν πρὸς τὸ παρὸν θὰ γίνουν ἐν Ἑλλάδι,
πομπαὶ μεγάλαι τὸ πρωὶ καὶ γεύματα τὸ βράδυ·
καὶ ὅταν πλέον ὁ λαὸς εἰς τὸ φαγὶ τὸ ρίξῃ,
τὴν ἐνηλικιότητα πανδήμως θὰ κηρύξῃ.