Αισώπου Μύθοι/Πλούσιος και θρηνωδοί

Αἰσώπου Μῦθοι
Πλούσιος καὶ θρηνῳδοί


Πλούσιος δύο θυγατέρας ἔχων, τῆς ἑτέρας ἀποθανούσης, τὰς θρηνούσας ἐμισθώσατο. Τῆς δὲ ἑτέρας παιδὸς λεγούσης πρὸς τὴν μητέρα· «Ἄθλιαι ἡμεῖς, εἴγε αὐταί, ὧν ἐστι τὸ πάθος, θρηνεῖν οὐκ ἴσμεν, αἱ δὲ μηδὲν προσήκουσαι οὕτω σφόδρα κόπτονται καὶ κλαίουσιν,» ἐκείνη ὑποτυχοῦσα εἶπεν· «Ἀλλὰ μὴ θαύμαζε, τέκνον, εἰ οὕτως οἰκτρῶς αὗται θρηνοῦσιν· ἐπὶ γὰρ ἀργυρίῳ τοῦτο ποιοῦσιν.»

Οὕτως ἔνιοι τῶν ἀνθρώπων διὰ φιλαργυρίαν οὐκ ὀκνοῦσι καὶ ἀλλοτρίας συμφορὰς ἐργολαβεῖν.

Στα νέα Ελληνικά Επεξεργασία

Κάποιος πλούσιος είχε δύο κόρες, από αυτές η μία έτυχε να πεθάνει. Τότε ο πλούσιος έφερε στο σπίτι επαγγελματίες μοιρολογίστρες, οι μοιρολογίστρες πιάσανε μακρά μοιρολόγια τα οποία τραγουδώντας θρηνούσαν το κορίτσι που χάθηκε. Τότε η άλλη κόρη, αδερφή του νεκρού κοριτσιού, είπε στη μάνα της: "πόσο δυστυχισμένες είναι αυτές οι μοιρολογίστρες! Εμείς που έχουμε το πένθος συγκρατιόμαστε κ δέν κλαίμε, και κλαίνε αυτές που είναι ξένες!". Η μάνα απάντησε: "Δεν είναι να απορείς, παιδί μου. Για τα χρήματα το κάνουν".

Πολλά πράγματα που φαίνονται παράδοξα, άν σκεφθείς το χρήμα εξηγούνται μιά χαρά.