←Ωδή επιθανάτιος | Πανδώρα, Τέυχος 1 Φιλολογική σημείωσις |
Τῆς Πανδώρας ἡ σχέσις πρὸς τὰς Κυρίας θέλει εἶσθαι διενεκὴς. Αὕτη εἶναι τοὐλάχιστον ἡ ἀξίωσις καὶ ἡ γλυκυτέρα ἐλπίς της. Τίς ὅμως δὲν γνωρίζει ὅτι ἡ εὐτυχία τῆς τοιαύτης σχέσεως ἔχοι τὰς ἀκάνθας της, καὶ μεταξὺ ἄλλων ὡς καὶ γραμματικὰς; Καὶ ὅταν μὲν πρόκειται περὶ μιᾶς μόνης κυρίας, τὸ πρᾶγμα εἶναι ἁπλοῦν, καὶ δὲν ὑπάρχει τις τόσον ἀφελὴς καὶ ἀγροῖκος, ὥστε οὐδὲ στιγμὴν νὰ διστάσῃ. Ἀλλ’ ὅταν πρόκειται περὶ πολλῶν ὁμοῦ! ἐκεῖ εἶναι ἡ δυσκολία. Πῶς πρέπει νὰ λέγωνται; Κύριαι ἢ Κυρίαι; Ἡ συνήθεια εἶπε Κυρίαι καὶ ἑπομένως εἰς τὴν γενικὴν Κυριῶν, οἱ δὲ λόγιοι εἶπον Κύριαι καὶ ἔκλινον Κυρίων. Ἀλλ' ἡ συνήθεια ἐκώφευσεν εἰς τὴν φωνὴν τῶν λογίων, καὶ ἐν τῇ ἀμαθείᾳ της ἐπέμεινε, καὶ φαίνεται ὅτι ἡ συνήθεια εἶχε δίκαιον. Ὁ Ἐπίκτητος εἰς ἐγχειρίδιόν του λέγει. «Αἱ γυναῖκες εὐθὺς ἀπὸ ιδ. ἐτῶν Κυρίαι καλοῦνται.»
Ἀλλὰ τότε πόθεν οὗτος ὁ τοῦ τόνου καταβιβασμὸς, ὁ ἀντιβαίνων εἰς τὸν κανόνα τὸν λέγοντα, ὅτι τὰ θηλυκὰ τῶν προπαροξυτόνων τριτοκλίτων ἐπιθέτων ἔχουσι προπαροξύτονον τὴν πληθυντικὴν ὀνομαστικὴν; ἐκεῖθεν, ὡς φαίνεται, ὅτι αἱ Κυρίαι δὲν εἶναι ἐπίθετα, ἄπαγε! Ἡ ὡραία, ἡ θελκτικὴ, ἡ ὑπερήφανος ἐκείνη Κυρία, ἧς οὐ μόνον ὁ σύζυγος, ἀλλ' ὁ κόσμος ὅλος εἶναι πρόθυμος ὑπηρέτης, ἐκείνη δὲν εἶναι, ὄχι, ἐπίθετον. Διὰ τοῦτο λέγετε ὅσον θέλετε αἱ Κύριαι προτάσεις καὶ αἱ κύριαι σημασίαι, ἐπιθετικῶς, ἀλλὰ λέγετε μὲ σέβας καὶ οὐσιαστικῶς, ὡς ἡ Πανδώρα ἔχει σκοπὸν νὰ λέγει παντοῦ Αἱ χαρίεσσαι Κυρίαι τῶν Ἀθηνῶν, ἡ φιλογένεια τῶν Κυρίων καὶ ἡ καλλονὴ τῶν Κυριῶν τῆς Σμύρνης, καθῶς καὶ εἰς ἕνια των ἐθνικῶν, οὐσιαστικῶς λαμβανόμενα, οἱ ἀρχαῖοι δὲν ἔλεγον αἱ Ῥόδιαι, ἀλλὰ αἱ Ῥοδίαι.