Ο ζίζικας
Συγγραφέας:


ΜΥΘΟΣ

 

Καλοκαίρι κ' ἄνοιξι,
Ὅταν ἦταν τὰ λουλούδια,
ὁ τρελλὸς ὁ ζίζικας
τὴν περνοῦσε μὲ τραγούδια.

Τὰ λουλούδια πέρασαν,
ἦλθαν χιόνια ,ἦλθαν πάγοι,
καὶ πεινᾷ ὁ ζίζικας,
καὶ δὲν ἔχει τὶ νὰ φάγῃ.
 
Ἔρχετ' εἰς τὸν γείτονα,
τὸ προβλεπτικὸ μυρμήκι,
καὶ ζητεῖ βοήθειαν,
ἕνα σπόρο ἣ σκουλήκι.

Τὸ μυρμήκι ἔκθαμβον
ἐρωτᾷ -Καλέ μου γεῖτον,
δὲν μὲ λὲς τί ἔκαμνες
καλοκαίρι ὅσῳ ἦτον;

-Τραγουδοῦσα, φίλε μου,
ὅσῳ ἦτον καλὴ ὥρα.
-Τραγουδοῦσες; Εὗγέ σου!
Χοροπήδα λοιπὸν τώρα.

Τί ὁ μῦθος ἐννοεῖ,
κι' ὁ τυφλὸς αὐτὸς τὸ βλέπει.
Μάζων' ὅταν ἠμπορῇς,
γιὰ νὰ ἔχῃς ὅταν πρέπῃ.