Νόμος 4336/2015/Τροποποιήσεις του Ν. 3588/2007 (Α ' 153)
←Ρυθμίσεις θεμάτων συμβολαιογράφων | Νόμος 4336/2015 Συνταξιοδοτικές διατάξεις − Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της Συμφωνίας Χρηματοδότησης. Μέρος B: Γ. Ρυθμίσεις θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Γ.3 Τροποποιήσεις του Ν. 3588/2007 (Α ' 153) |
Νόμος 4336/2015/Τροποποίηση του Ν.Δ. 356/1974 (Α'90), 4152/2013 (Α'107), 4172/2013 (Α ' 167), 4174/2013 (Α'170), 4305/2014 (Α'237), 4321/2015 (Α'32)→ |
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Γ.3: ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ Ν. 3588/2007 (Α΄153)
1. H παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄153) τροποποιείται ως ακολούθως:
«1. Συμβάσεις διαρκούς χαρακτήρα διατηρούν την ισχύ τους, εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά στο νόμο. Εξαιρούνται οι χρηματοοικονομικές συμβάσεις οι οποίες μπορούν να πάψουν να ισχύουν ή να τροποποιηθούν ως συνέπεια της πτώχευσης κατά τα ειδικότερα οριζόμενα σε αυτές.»
2. Η παρ. 2 του άρθρου 32 του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄ 153) καταργείται.
3. Η παρ. 1 του άρθρου 90 του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄ 153) τροποποιείται ως ακολούθως:
«1. Η προθεσμία της αναγγελίας των απαιτήσεων των πιστωτών είναι ένας (1) μήνας από τη δημοσίευση της Απόφασης που κήρυξε την πτώχευση στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών.»
4. Η παρ. 1 του άρθρου 93 του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄153) τροποποιείται ως ακολούθως:
«1. Η επαλήθευση των απαιτήσεων διενεργείται από τον σύνδικο ενώπιον του εισηγητή και αρχίζει τρεις (3) ημέρες μετά από την πάροδο της προθεσμίας για τις αναγγελίες. Η προθεσμία των επαληθεύσεων ορίζεται από τον εισηγητή και δεν μπορεί να υπερβαίνει τον ένα (1) μήνα, μπορεί δε αυτή να παραταθεί από τον εισηγητή για δύο (2) επιπλέον μήνες σε εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες η παράταση κρίνεται απαραίτητη λόγω του ύψους και της φύσης των απαιτήσεων και του αριθμού των πιστωτών. Ο εισηγητής ορίζει επίσης την ημέρα και ώρα της έναρξης των επαληθεύσεων, η οποία γνωστοποιείται στους πιστωτές από τον σύνδικο με την πρόσκληση του άρθρου 89.»
5. Η παρ. 2 του άρθρου 95 του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄ 153) τροποποιείται ως ακολούθως:
«2. Οι αντιρρήσεις εισάγονται από κοινού στο σύνολό τους, εντός δέκα (10) ημερών από την ολοκλήρωση των επαληθεύσεων, ενώπιον του πτωχευτικού δικαστηρίου που δικάζει κατά τη Διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, με έκθεση του εισηγητή, εντός είκοσι (20) ημερών από την εισαγωγή των αντιρρήσεων. Στη συζήτηση κλητεύονται ο οφειλέτης και οι πιστωτές των οποίων αμφισβητήθηκαν οι απαιτήσεις, καθώς και αυτοί που υπέβαλαν τις αντιρρήσεις, με επιμέλεια του συνδίκου. Στη Διαδικασία μπορεί να παρέμβει όποιος έχει έννομο συμφέρον και η επιτροπή πιστωτών. Κατά της Απόφασης του δικαστηρίου επιτρέπεται μόνο έφεση. Αναίρεση δεν επιτρέπεται κατά των αποφάσεων του παρόντος άρθρου.»
6. Η παρ. 2 του άρθρου 96 του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄153) τροποποιείται ως ακολούθως:
«2. Η αίτηση του άρθρου 5 παράγραφος 2 επί νομικών προσώπων υποβάλλεται από το όργανο της διοίκησης.»
7. Η παρ. 1 του άρθρου 99 του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄ 153) τροποποιείται ως ακολούθως:
«1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1, το οποίο έχει το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του στην Ελλάδα και βρίσκεται σε παρούσα ή επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεών του κατά τρόπο γενικό, δύναται να υπαχθεί στη διαδικασία εξυγίανσης που προβλέπεται στο παρόν κεφάλαιο με απόφαση του αρμόδιου Δικαστηρίου. Το πρόσωπο του προηγούμενου εδαφίου δύναται να υπαχθεί στη διαδικασία του παρόντος κεφαλαίου και όταν δεν συντρέχει παρούσα ή επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης, αν κατά την κρίση του Δικαστηρίου υφίσταται απλώς πιθανότητα αφερεγγυότητάς του, η οποία δύναται να αρθεί με τη διαδικασία αυτή. Νεότερη διαδικασία εξυγίανσης για τον ίδιο οφειλέτη δεν είναι επιτρεπτή, αν δεν έχει παρέλθει τριετία από την επικύρωση προηγούμενης συμφωνίας εξυγίανσης, εκτός αν πρόκειται για συμφωνία που επικυρώνεται κατά το άρθρο 106β.»
8. Η παρ. 5 του άρθρου 100 του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄ 153) καταργείται.
9. Η παρ. 1 του άρθρου 101 του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄ 153) τροποποιείται ως ακολούθως:
«1. Το πτωχευτικό δικαστήριο, εφόσον προβλέπει ότι η επίτευξη της συμφωνίας είναι δυνατή, ότι υπάρχουν βάσιμες προσδοκίες επιτυχίας της προτεινόμενης εξυγίανσης και ότι δεν παραβλάπτεται η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 99 παράγραφος 2, αποφασίζει το άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης για περίοδο όχι μεγαλύτερη των τεσσάρων (4) μηνών από την έκδοση της απόφασης και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, ορίζει μεσολαβητή, σύμφωνα με το άρθρο 102. Ο πρόεδρος του πτωχευτικού δικαστηρίου δύναται με πράξη του ύστερα από αίτηση του οφειλέτη, του μεσολαβητή ή πιστωτή να παρατείνει την περίοδο αυτή εφόσον αποδεικνύεται πρόοδος στις διαπραγματεύσεις. Η συνολική διάρκεια της περιόδου της διαδικασίας δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες.»
10. Στο άρθρο 103 του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄153) μετά την παράγραφο 1, προστίθεται παράγραφος 1α ως ακολούθως:
«1α. Η παραπάνω αναστολή χορηγείται σε κάθε περίπτωση, όταν: (α) πιστωτές, οι οποίοι εκπροσωπούν ποσοστό τουλάχιστον 30% του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη, συμπεριλαμβανομένου του 20% των τυχόν εμπραγμάτως ή με ειδικό προνόμιο ή με προσημείωση υποθήκης εξασφαλισμένων πιστωτών, δηλώνουν είτε με προφορική δήλωσή τους ενώπιον του πτωχευτικού δικαστηρίου ή του προέδρου του που δικάζει την αίτηση λήψης προληπτικών μέτρων είτε με έγγραφη επιστολή τους που προσκομίζει ο αιτών, την πρόθεσή τους να συμμετάσχουν ή ότι συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις για την επίτευξη συμφωνίας εξυγίανσης και (β) το δικαστήριο πιθανολογεί την επίτευξη συμφωνίας εξυγίανσης και την αποτροπή περιέλευσης του οφειλέτη σε κατάσταση παύσης πληρωμών.»
11. Η παρ. 7 του άρθρου 103 του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄ 153) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«7. Προληπτικά μέτρα που διατάχθηκαν σύμφωνα με το παρόν άρθρο ή τυχόν προσωρινή διαταγή που εκδόθηκε παύουν να ισχύουν μετά την παρέλευση της περιόδου που καθορίζεται από το Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 101 παράγραφος 1.»
12. Η παρ. 2 του άρθρου 106β του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄ 153) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«2. Στην περίπτωση αυτή, από την κατάθεση της συμφωνίας εξυγίανσης προς επικύρωση και μέχρι τη λήψη απόφασης του πτωχευτικού δικαστηρίου για την επικύρωση ή μη της συμφωνίας εξυγίανσης, αναστέλλονται αυτόματα τα μέτρα, εκκρεμή ή μη, ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη για την ικανοποίηση απαιτήσεων που έχουν γεννηθεί πριν την κατάθεση της συμφωνίας εξυγίανσης. Η ανωτέρω αναστολή δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τέσσερις (4) μήνες. Για τη χορήγηση άλλων προληπτικών μέτρων, εφαρμόζεται το άρθρο 103. Για την ως άνω διάρκεια αναστέλλεται η λήψη οποιουδήποτε ασφαλιστικού μέτρου κατά του οφειλέτη, εκτός εάν με αυτό επιδιώκεται η αποτροπή της απομάκρυνσης ή αφαίρεσης ή μετακίνησης κινητών πραγμάτων της επιχείρησης, τεχνολογικού ή εν γένει εξοπλισμού της που δεν έχει συμφωνηθεί και ενέχει τον κίνδυνο απαξίωσης της επιχείρησης του οφειλέτη. Για την ως άνω διάρκεια αναστέλλονται οι αποκλειστικές προθεσμίες άσκησης αξιώσεων και παραγραφής, υπό τις οποίες τελούν οι απαιτήσεις των πιστωτών και τα δικαιώματα των υπέρ του οφειλέτη εγγυητών και συνοφειλετών του εις ολόκληρον, καθώς και οι προθεσμίες και η άσκηση διαδικαστικών πράξεων. Η παρούσα παράγραφος ισχύει και σε περίπτωση αίτησης επικύρωσης συμφωνίας κατά το άρθρο 106στ και για τις υφιστάμενες κατά την ημέρα ανοίγματος της διαδικασίας απαιτήσεις. Η ως άνω αυτόματη αναστολή διώξεων μπορεί να εφαρμοστεί μόνον μία φορά. Στο Μητρώο Πτωχεύσεων του άρθρου 8 παράγραφος 3 σημειώνεται η έναρξη ισχύος της αυτόματης αναστολής διώξεων κατά την πρώτη υποβολή αίτησης επικύρωσης συμφωνίας εξυγίανσης κατά το άρθρο 106β ή 106στ.»
13. Η παρ. 2 του άρθρου 106στ του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄ 153) τροποποιείται ως ακολούθως:
«2. Η αίτηση συνοδεύεται από την υπογεγραμμένη συμφωνία εξυγίανσης και από έκθεση εμπειρογνώμονα που πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 100 παράγραφος 4. Δεν αποκλείεται εμπειρογνώμονας να είναι ο εμπειρογνώμονας του άρθρου 100 παράγραφος 3. Στην έκθεση πρέπει να εκτίθεται η γνώμη του εμπειρογνώμονα σε σχέση με τη συνδρομή των προϋποθέσεων επικύρωσης της συμφωνίας εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 106ζ παράγραφοι 1 έως και 3. Σε περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 2α του άρθρου 106ζ, δεν απαιτείται να εκτίθεται η γνώμη του εμπειρογνώμονα σε σχέση με τη συνδρομή της προϋπόθεσης του στοιχείου α΄ της παραγράφου 2 του ιδίου άρθρου. Σε περίπτωση που έχει λάβει χώρα συνέλευση των πιστωτών κατατίθεται η προβλεπόμενη στο άρθρο 105 παράγραφος 5 έκθεση, η οποία σε περίπτωση που κατά τη συνέλευση επήλθαν τροποποιήσεις της συμφωνίας εξυγίανσης συνοδεύεται από συμπλήρωμα, στο οποίο εκτίθεται η γνώμη του εμπειρογνώμονα για τις τροποποιήσεις αυτές.»
14. Η παρ. 2 του άρθρου 106ζ του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄153) τροποποιείται ως ακολούθως:
«2. Το πτωχευτικό δικαστήριο επικυρώνει τη συμφωνία εξυγίανσης όταν, επιπλέον των προϋποθέσεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, πληρούνται σωρευτικά και τα ακόλουθα:
α. Πιθανολογείται ότι κατόπιν της επικύρωσης της συμφωνίας εξυγίανσης η επιχείρηση του οφειλέτη θα καταστεί βιώσιμη.
β. Πιθανολογείται ότι η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών δεν παραβλάπτεται κατά την έννοια του άρθρου 99 παράγραφος 2.
γ. Η συμφωνία εξυγίανσης δεν είναι αποτέλεσμα δόλου ή άλλης αθέμιτης πράξης ή κακόπιστης συμπεριφοράς του οφειλέτη, πιστωτή ή τρίτου, και δεν παραβιάζει διατάξεις αναγκαστικού δικαίου, ιδίως του δικαίου του ανταγωνισμού.
δ. Η συμφωνία εξυγίανσης αντιμετωπίζει με βάση την αρχή της ισότιμης μεταχείρισης τους πιστωτές, που βρίσκονται στην ίδια θέση. Αποκλίσεις από την Αρχή της ίσης μεταχείρισης μεταξύ των πιστωτών επιτρέπονται για σπουδαίο επιχειρηματικό ή κοινωνικό λόγο που εκτίθεται ειδικά στην Απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου ή αν ο θιγόμενος πιστωτής συναινεί στην απόκλιση. Ενδεικτικά, δύνανται να τύχουν ευνοϊκής μεταχείρισης απαιτήσεις πελατών της επιχείρησης του οφειλέτη, η μη ικανοποίηση των οποίων βλάπτει ουσιωδώς τη φήμη της ή τη συνέχισή της, απαιτήσεις, η εξόφληση των οποίων είναι αναγκαία για τη διατροφή του πιστωτή και της οικογένειάς του, καθώς και εργατικές απαιτήσεις.»
15. Στο άρθρο 106ζ του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄ 153), μετά την παρ. 2 προστίθεται παράγραφος 2α , ως ακολούθως:
«2α. Το πτωχευτικό δικαστήριο επικυρώνει τη συμφωνία εξυγίανσης χωρίς να ελέγχει τη συνδρομή της προϋπόθεσης υπό στοιχείο α΄ της προηγούμενης παραγράφου εφόσον πληρούνται όλες οι παρακάτω προϋποθέσεις:
α. Η συμφωνία περιλαμβάνει ρητή δήλωση των συμβαλλόμενων πιστωτών ότι συμφωνούν με το περιεχόμενο του επιχειρηματικού σχεδίου του άρθρου 106ε παράγραφος 7.
β. Η συμφωνία περιλαμβάνει: (αα) λεπτομερή καταγραφή της ταυτότητας των συμβαλλομένων και μη πιστωτών και των απαιτήσεών τους και (ββ) σαφή αναφορά των πιστωτών, συμβαλλομένων και μη, οι απαιτήσεις των οποίων αναμένεται να επηρεαστούν από την υλοποίηση της συμφωνίας και ο τρόπος επηρεασμού τους.
γ. Η συμφωνία μαζί με το επιχειρηματικό σχέδιο έχουν κοινοποιηθεί σε όλους τους μη συμβαλλόμενους πιστωτές, οι απαιτήσεις των οποίων επηρεάζονται από τη συμφωνία, και ειδικότερα: (αα) σε εκείνους που το ύψος της απαίτησής τους ανέρχεται σε ποσοστό 10% και άνω του συνολικού ύψους των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη, με νόμιμη επίδοση δικαστικού επιμελητή, (ββ) σε εκείνους που το ύψος της απαίτησής τους είναι μικρότερο του 10% του συνολικού ύψους των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη, με κάθε πρόσφορο μέσο, όπως ηλεκτρονική ή συστημένη ταχυδρομική επιστολή, τηλεομοιοτυπικό μήνυμα ή καταχώρηση περίληψής της στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του άρθρου 101 παράγραφος 2.»
16. Οι παράγραφοι 1,2,5,6,7, 8 και 9 του άρθρου 106ια του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄153) τροποποιούνται ως ακολούθως:
«1. Νομικά πρόσωπα που πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 3 μπορούν να υπάγονται με απόφαση του κατ` άρθρο 4 δικαστηρίου στο καθεστώς της ειδικής εκκαθάρισης σε λειτουργία.
2. Η αίτηση υποβάλλεται από τον οφειλέτη ή πιστωτές του οι οποίοι εκπροσωπούν τουλάχιστον 20% των συνολικών απαιτήσεων κατά του οφειλέτη. Η συζήτηση της αίτησης ενώπιον του δικαστηρίου ορίζεται εντός είκοσι (20) ημερών από την υποβολή της και η απόφαση του δικαστηρίου εκδίδεται εντός ενός (1) μηνός από τη συζήτηση. Για το παραδεκτό της αίτησης απαιτείται η ταυτόχρονη κατάθεση δήλωσης του προτεινομένου ως εκκαθαριστή (φυσικού ή νομικού προσώπου) περί αποδοχής του σχετικού έργου και έκθεσής του για το σχεδιασμό και την πορεία της εκκαθάρισης και της λειτουργίας της επιχείρησης σε εκκαθάριση. Ως εκκαθαριστής ορίζεται νόμιμος ελεγκτής ή ελεγκτικό γραφείο, όπως ορίζονται στο ν. 3693/2008 (Α΄174) ή δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις ή δικηγορική εταιρία στην οποία συμμετέχει δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις ή πτυχιούχος ανωτάτης σχολής που είναι μέλος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (Ο.Ε.Ε.) και κάτοχος άδειας Λογιστή Φοροτεχνικού Α΄τάξεως του ν. 2515/1997 (Α΄154). Eκκαθαριστής μπορεί να ορισθεί και σύμπραξη προσώπων εφόσον συμμετέχει σε αυτή νόμιμος ελεγκτής ή ελεγκτικό γραφείο ή δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις ή δικηγορική εταιρία στην οποία συμμετέχει δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις ή πτυχιούχος ανωτάτης σχολής, που είναι μέλος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (Ο.Ε.Ε.) και κάτοχος άδειας Λογιστή Φοροτεχνικού Α΄τάξεως του ν. 2515/1997. Για τον εκκαθαριστή ισχύουν οι παράγραφοι 1, 5 και 6 του άρθρου 106ι. Ο εκκαθαριστής ευθύνεται μόνο για δόλο και βαριά αμέλεια. Με την κατάθεση της αίτησης μπορεί να λαμβάνονται από το Δικαστήριο Προληπτικά μέτρα κατά το άρθρο 103.
5. Η αίτηση κοινοποιείται στην επιχείρηση και περίληψη αυτής δημοσιεύεται στο Γ.Ε.ΜΗ. και στο Δελτίο του άρθρου 101 παράγραφος 2 πριν από δέκα (10) εργάσιμες ημέρες, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται η ημέρα της επίδοσης και της δικασίμου. Κύριες παρεμβάσεις μπορούν να ασκηθούν μόνον από πιστωτές που εκπροσωπούν ποσοστό τουλάχιστον 60% του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη, συμπεριλαμβανομένου του 40% των τυχόν εμπραγμάτως ή με ειδικό προνόμιο ή με προσημείωση υποθήκης εξασφαλισμένων πιστωτών. Οι κύριες παρεμβάσεις κατατίθενται υποχρεωτικά και με ποινή απαραδέκτου το αργότερο τρεις (3) εργάσιμες ημέρες πριν από τη δικάσιμο, με τον ίδιο παραπάνω υπολογισμό των ημερών, και συνεκδικάζονται, υποχρεωτικώς, όπως και οι τυχόν πρόσθετες παρεμβάσεις, με την αίτηση. Σε περίπτωση που οι κυρίως παρεμβαίνοντες αιτούνται την υπαγωγή του οφειλέτη στην Ειδική εκκαθάριση, ισχύουν, για το παραδεκτό του αιτήματός τους τα οριζόμενα στην παράγραφο 2. Το πτωχευτικό δικαστήριο κάνει δεκτή την αίτηση, αν προβλέπει, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη την έκθεση του εκκαθαριστή της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ότι η υπαγωγή στο καθεστώς της ειδικής εκκαθάρισης βελτιώνει τις πιθανότητες διατήρησης της επιχείρησης και διάσωσης θέσεων εργασίας χωρίς να παραβλάπτεται η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών. Το προηγούμενο εδάφιο ισχύει και στην περίπτωση που οι κυρίως παρεμβαίνοντες του δεύτερου εδαφίου της παρούσας παραγράφου αιτούνται την υπαγωγή του οφειλέτη στη διαδικασία της ειδικής εκκαθάρισης. Το πτωχευτικό δικαστήριο αποδεχόμενο την αίτηση διορίζει με την Απόφαση του τον προτεινόμενο στην αίτηση εκκαθαριστή, εκτός εάν υπάρχει πέραν της μίας αίτηση ή κύρια παρέμβαση με το αυτό αίτημα (θέση σε Ειδική εκκαθάριση) και διαφορετική πρόταση ως προς τον εκαθαριστή, οπότε διορίζει τον κατά την κρίση του καταλληλότερο.
6. Η Απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα, εκτός εάν άλλως προβλέπεται στο παρόν. Η Απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου δημοσιεύεται σε περίληψη στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) και στο Δελτίο του άρθρου 101 παράγραφος 2. Τριτανακοπή κατά της Απόφασης που δέχεται την αίτηση δύναται να ασκηθεί από πρόσωπο που δεν παρέστη στη συζήτηση και δεν είχε κλητευθεί νόμιμα σε αυτήν εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της Απόφασης κατά το προηγούμενο εδάφιο. Κατά της απόφασης που απορρίπτει την αίτηση επιτρέπεται έφεση. Η έφεση ασκείται εντός τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης, για τη δε συζήτηση της έφεσης ορίζεται δικάσιμος εντός διμήνου από την υποβολή της. Με τη δημοσίευση της Απόφασης για θέση της επιχείρησης σε εκκαθάριση η εξουσία των καταστατικών οργάνων διοίκησης και διαχείρισης της επιχείρησης περιέρχεται στο σύνολό της στον διοριζόμενο εκκαθαριστή. Η αποδοχή της αίτησης συνεπάγεται την αυτοδίκαιη αναστολή όλων των ατομικών διώξεων κατά του οφειλέτη καθ’ όλη τη διάρκεια της ειδικής εκκαθάρισης, συμπεριλαμβανομένων και των μέτρων διοικητικής εκτέλεσης από το Δημόσιο και τους ΦΚΑ, καθώς και των μέτρων διασφάλισης της οφειλής κατά τις διατάξεις του άρθρου 46 του ν. 4174/2013. Η θέση της επιχείρησης σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης σε λειτουργία δεν συνιστά από μόνη της σπουδαίο λόγο για την καταγγελία εκκρεμών συμβάσεων, ούτε αποτελεί λόγο ανάκλησης διοικητικών αδειών.
7. Ο εκκαθαριστής εγκαθίσταται με τη βοήθεια της Δημόσιας Αρχής στη διοίκηση της επιχείρησης, συντάσσει αμελλητί απογραφή των στοιχείων της επιχείρησης, σύμφωνα με την έκθεση της παραγράφου 2 και κατά το σχετικό χρονοδιάγραμμα και εν συνεχεία καταρτίζει με βάση την απογραφή Υπόμνημα Προσφοράς, στο οποίο, πλην των απογραφέντων στοιχείων της επιχείρησης, περιλαμβάνει και κάθε πληροφορία χρήσιμη για την εικόνα του ενεργητικού της. Ο ειδικός εκκαθαριστής, προκειμένου να διατηρήσει τη λειτουργία της επιχείρησης και να καλύψει δαπάνες και έξοδα της ειδικής εκκαθάρισης, δύναται να λάβει κατά τη διάρκεια της ειδικής εκκαθάρισης χρηματοδοτήσεις ή εισφορές αγαθών ή υπηρεσιών, οι οποίες φέρουν το ειδικό προνόμιο του άρθρου 154 περίπτωση α΄. Μέσα σε δέκα (10) εργάσιμες ημέρες από την εγκατάστασή του στην επιχείρηση, ο εκκαθαριστής δημοσιεύει με ολοσέλιδη καταχώρηση σε δύο καθημερινής πανελλήνιας κυκλοφορίας εφημερίδες, στο Γ.Ε.ΜΗ. και στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (Τομέας Νομικών) και αναρτά επίσης, στον τυχόν ιστότοπο της επιχείρησης στο διαδίκτυο Πρόσκληση Διενέργειας Δημόσιου Πλειοδοτικού Διαγωνισμού για την αγορά του συνόλου του ενεργητικού της υπό εκκαθάριση επιχείρησης ή / και αν αυτό προβλέπεται ως εναλλακτική δυνατότητα στην κατά την παράγραφο 2 έκθεση επί μέρους λειτουργικών συνόλων αυτής, ορίζοντας ημερομηνία για την ενώπιόν του στα γραφεία της επιχείρησης ή κατά την κρίση του στο κατάστημα του πτωχευτικού δικαστηρίου υποβολή δεσμευτικών με εγγυητική επιστολή προσφορών, απέχουσα είκοσι (20) τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες και όχι πέραν των σαράντα (40) εργάσιμων ημερών από τη δημοσίευση της Πρόσκλησης, καθορίζοντας και τους λοιπούς όρους του σχετικού Πλειοδοτικού Διαγωνισμού, μεταξύ των οποίων δέσμευση ότι με την υπογραφή της Σύμβασης Μεταβίβασης θα καταβάλλεται τοις μετρητοίς το σύνολο του τιμήματος. Οι ενδιαφερόμενοι αγοραστές παραλαμβάνουν από τον εκκαθαριστή το Υπόμνημα Προσφοράς και διεξάγουν έλεγχο για τα πωλούμενα στοιχεία της επιχείρησης, αφού υπογράψουν Συμφωνία Εχεμύθειας.
8. Μετά τη σύμφωνα με την Πρόσκληση λήξη της Διαδικασίας υποβολής και αποσφράγισης των προσφορών ακολουθεί η συγκριτική εκτίμησή τους από τον εκκαθαριστή, ο οποίος συντάσσει σχετική έκθεση στην οποία προτείνει τη σειρά των προσφορών, την αποδοχή της συμφερότερης προσφοράς και την κατακύρωση του διαγωνισμού. Η έκθεση αυτή κοινοποιείται σε όσους νόμιμα κατέθεσαν Προσφορές και υποβάλλεται στο πτωχευτικό δικαστήριο με σχετική αίτηση αποδοχής της. Για τη συζήτηση της αίτησης αυτής, τις τυχόν παρεμβάσεις και λοιπά ισχύουν τα οριζόμενα για την αίτηση υπαγωγής σε εκκαθάριση, αναλόγως εφαρμοζόμενα. Το πτωχευτικό δικαστήριο επικυρώνει ή απορρίπτει τη σχετική Διαδικασία, αποδέχεται ή μη την υποβληθείσα αίτηση θέτοντας τυχόν επιπλέον όρους και ανακηρύσσει τον Αγοραστή ή τους Αγοραστές, κατά περίπτωση με Απόφασή του, που δεν υπάγεται σε ένδικα μέσα. Η Απόφασή του πτωχευτικού δικαστηρίου δημοσιεύεται σε περίληψη στο Γ.Ε.ΜΗ. και στο Δελτίο του άρθρου 101 παράγραφος 2. Τριτανακοπή κατά της αποφάσεως δύναται να ασκηθεί από πρόσωπο που δεν παρέστη στη συζήτηση και δεν είχε κλητευθεί νόμιμα σε αυτήν εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της Απόφασης κατά το προηγούμενο εδάφιο. Σε περίπτωση αποδοχής της αίτησης το πτωχευτικό δικαστήριο ορίζει και εισηγητή δικαστή για τις ανάγκες της διανομής του πλειστηριάσματος κατά την παράγραφο 9 του άρθρου αυτού. Με τη δημοσίευση της τυχόν θετικής Απόφασης ο εκκαθαριστής συντάσσει αμελλητί σχέδιο Σύμβασης Μεταβίβασης του Ενεργητικού της Επιχείρησης, το οποίο κοινοποιεί εγγράφως με σχετική πρόσκλησή του για υπογραφή, μετά από πέντε (5) εργάσιμες ημέρες, προς τον Αγοραστή ή τους Αγοραστές. Οι καλούμενοι υπογράφουν τη σχετική Σύμβαση, αποδεχόμενοι και τους τυχόν επιπλέον όρους της δικαστικής Απόφασης ή απαντούν αρνητικά μέσα στην προθεσμία των πέντε (5) εργάσιμων ημερών, οπότε η ίδια Διαδικασία ακολουθείται για τον τυχόν Δεύτερο Αγοραστή κ.ο.κ.. Η παραπάνω υπογραφόμενη Σύμβαση επέχει θέση τελεσίδικης κατακύρωσης του 1003 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Αν η δικαστική Απόφαση δεν έχει επιβάλει πρόσθετους όρους, ο Αγοραστής υποχρεούται να υπογράψει τη Σύμβαση Μεταβίβασης σύμφωνα με τους όρους του Υπομνήματος Προσφοράς και της προσφοράς του Αγοραστή. Μετά την καταβολή του τιμήματος, ο εκκαθαριστής συντάσσει αμελλητί πράξη εξόφλησης. Η πράξη αυτή προσαρτάται στη Σύμβαση Μεταβίβασης, επέχει θέση περίληψης έκθεσης κατακύρωσης του άρθρου 1005 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, εφαρμόζοντας ως προς αυτήν αναλόγως όσα ισχύουν επί της τελευταίας και έχει, στην περίπτωση μεταβίβασης ακινήτων, ως άμεση έννομη συνέπεια, μετά τη μεταγραφή της και το σχετικό αίτημα προς τον υποθηκοφύλακα, την εξάλειψη και διαγραφή των υπέρ τρίτων βαρών, που έχουν εγγραφεί πριν από τη θέση της επιχειρήσεως στο καθεστώς της ειδικής εκκαθάρισης. Στη μεταβίβαση του συνόλου του ενεργητικού της επιχείρησης, στο πλαίσιο της ειδικής εκκαθάρισης, δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 479 Α.Κ.. Ως προς την παραπάνω Σύμβαση Μεταβίβασης, τις εκκρεμείς συμβάσεις της επιχείρησης και τις διοικητικές άδειες ισχύουν τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 106θ του παρόντος. Η όλη Διαδικασία μεταβίβασης του ενεργητικού κατά τα προεκτεθεντα διαρκεί κατ` ανώτατο χρονικό όριο δώδεκα (12) μήνες, από την έναρξη των ενεργειών του εκκαθαριστή με τη σύνταξη της προβλεπόμενης στην παράγραφο 4 του παρόντος απογραφής με δυνατότητα παράτασης από το πτωχευτικό δικαστήριο έξι (6) επιπλέον μηνών. Σε περίπτωση υπέρβασης των άνω χρονικών ορίων, η εκκαθάριση παύει αυτοδικαίως και σε περίπτωση που εκκρεμεί Αίτηση πτώχευσης προχωρά η εξέτασή της. Ως προς τη Διαδικασία μεταβιβάσεώς τους, σε περίπτωση αποδοχής της αίτησης αυτής, ισχύουν τα ανωτέρω, αναλόγως εφαρμοζόμενα.
9. Ο εκκαθαριστής μέσα σε δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες από τη μεταβίβαση του ενεργητικού της επιχείρησης κατά τα προαναφερόμενα υποχρεούται να δημοσιοποιήσει, με τον τρόπο που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του παρόντος, Πρόσκληση Αναγγελίας Απαιτήσεων των πιστωτών. Οι πιστωτές αναγγέλλουν τις απαιτήσεις τους μέσα σε προθεσμία ενός (1) μηνός από τη δημοσιοποίηση της Πρόσκλησης. Στη συνέχεια ο εκκαθαριστής, αφού αφαιρέσει από το προϊόν της εκκαθάρισης τα έξοδα εκκαθάρισης, μέσα στα οποία περιλαμβάνονται και οι δαπάνες της λειτουργίας της επιχείρησης κατά την εκκαθάριση και αποδώσει τα αντίστοιχα ποσά συμμέτρως προς τους δικαιούχους, συντάσσει, για το απομένον υπόλοιπο, Πίνακα Κατάταξης κατά τις διατάξεις των άρθρων 153-161 του Πτωχευτικού Κώδικα εφαρμοζομένων αναλόγως. Αρμόδιο για την εκδίκαση τυχόν ανακοπών κατά του Πίνακα είναι το πτωχευτικό δικαστήριο, το οποίο δικάζει κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις.»
17. Το άρθρο 110 του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄ 153) καταργείται.
18. Το άρθρο 154 του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄153) τροποποιείται ως ακολούθως:
Μετά από την αφαίρεση των δικαστικών εξόδων, των εξόδων της διοίκησης της πτωχευτικής περιουσίας, στα οποία περιλαμβάνεται και η προσωρινή και οριστική αντιμισθία του συνδίκου και των τυχόν ομαδικών πιστωμάτων, οι πιστωτές κατατάσσονται με την ακόλουθη σειρά:
(α) Οι απαιτήσεις από χρηματοδοτήσεις του οφειλέτη οποιασδήποτε φύσεως, προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνέχιση της δραστηριότητάς του και των πληρωμών του με βάση τη συμφωνία εξυγίανσης ή το σχέδιο αναδιοργάνωσης της επιχείρησης. Το ίδιο προνόμιο έχουν και απαιτήσεις προσώπων που, με βάση τη συμφωνία εξυγίανσης, συνεισέφεραν αγαθά ή υπηρεσίες προς το σκοπό συνέχισης της επιχειρηματικής δραστηριότητας του οφειλέτη και των πληρωμών, για την αξία των αγαθών ή των υπηρεσιών που συνεισέφεραν. Επίσης, το ίδιο προνόμιο έχουν και απαιτήσεις από χρηματοδότηση κάθε φύσης, παροχή αγαθών και υπηρεσιών προς τον οφειλέτη κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την αίτηση ανοίγματος Διαδικασίας εξυγίανσης μέχρι την έκδοση απόφασης επί της αίτησης για την επικύρωση της συμφωνίας ή τη λήξη της διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 1, στο μέτρο που η παροχή του προνομίου αυτού προβλέπεται από τη Διαδικασία εξυγίανσης. Το προνόμιο των προηγούμενων εδαφίων δεν αφορά σε μετόχους ή εταίρους για τις εισφορές τους σε μετρητά ή σε είδος στα πλαίσια αύξησης του κεφαλαίου του οφειλέτη.
β) Οι απαιτήσεις για την κηδεία ή τη νοσηλεία του οφειλέτη, της συζύγου και των τέκνων του, εφόσον προέκυψαν κατά τους τελευταίους δώδεκα (12) μήνες πριν την κήρυξη της πτώχευσης. Στην ίδια τάξη υπάγονται και οι απαιτήσεις αποζημίωσης δανειστών, λόγω αναπηρίας ποσοστού ογδόντα τοις εκατό (80%) και άνω, με εξαίρεση την ικανοποίηση για ηθική βλάβη, εφόσον προέκυψαν έως την κήρυξη της πτώχευσης.
γ) Οι απαιτήσεις για την παροχή τροφίμων αναγκαίων για τη συντήρηση του οφειλέτη, του συζύγου και των τέκνων του, αν προέκυψαν κατά τους τελευταίους έξι (6) μήνες πριν από την κήρυξη της πτώχευσης.
δ) Οι απαιτήσεις από την παροχή εξαρτημένης εργασίας, καθώς και οι απαιτήσεις από αμοιβές, έξοδα και αποζημιώσεις των δικηγόρων, που αμείβονται με πάγια περιοδική αμοιβή, εφόσον προέκυψαν μέσα στην τελευταία διετία πριν την κήρυξη της πτώχευσης. Απαιτήσεις από αποζημίωση λόγω καταγγελίας της σχέσεως εργασίας, καθώς και οι απαιτήσεις των δικηγόρων για αποζημίωση λόγω λύσης της σύμβασης έμμισθης εντολής κατατάσσονται στην τάξη αυτή ανεξάρτητα από το χρόνο που προέκυψαν. Οι απαιτήσεις του Δημοσίου από φόρο προστιθέμενης αξίας και παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους με τις προσαυξήσεις κάθε φύσης και τους τόκους που επιβαρύνουν τις απαιτήσεις αυτές. Στην ίδια τάξη υπάγονται και οι απαιτήσεις των φορέων κοινωνικής ασφάλισης αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, οι απαιτήσεις αποζημίωσης σε περίπτωση θανάτου του υπόχρεου προς διατροφή, καθώς και οι απαιτήσεις αποζημίωσης λόγω αναπηρίας ποσοστού εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω, εφόσον προέκυψαν έως την κήρυξη της πτώχευσης.
ε) Οι απαιτήσεις αγροτών ή αγροτικών συνεταιρισμών από πώληση αγροτικών προϊόντων, αν προέκυψαν κατά τον τελευταίο χρόνο πριν την κήρυξη της πτώχευσης.
στ) Οι απαιτήσεις του Δημοσίου και των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης από κάθε αιτία, με τις προσαυξήσεις κάθε φύσης και τους τόκους που επιβαρύνουν τις απαιτήσεις αυτές.
ζ) Οι απαιτήσεις του Συνεγγυητικού κατά του οφειλέτη, εφόσον ο τελευταίος έχει ή είχε στο παρελθόν την ιδιότητα της επιχείρησης παροχής επενδυτικών υπηρεσιών κατά την έννοια του άρθρου 2 του ν. 3606/2007 και οι απαιτήσεις του Συνεγγυητικού έχουν προκύψει εντός δύο (2) ετών πριν από την κήρυξη της πτώχευσης.»
19. Το άρθρο 156 του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄ 153) τροποποιείται ως ακολούθως:
Επί διανομής προϊόντος εκποίησης πράγματος ή χρηματικής ποσότητας, εφαρμόζεται το άρθρο 977 του Κ.Πολ.Δ..»
20. Το άρθρο 162 του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄153) τροποποιείται ως ακολούθως:
Αν η Πτωχευτική περιουσία έχει εκτιμηθεί κατά την απογραφή του άρθρου 68 σε ποσό μικρότερο από εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ, ακολουθείται η Διαδικασία του παρόντος Κεφαλαίου. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι διατάξεις των λοιπών κεφαλαίων του παρόντος Κώδικα.»
21. Μετά το άρθρο 170 προστίθεται άρθρο 170α στο ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» (Α΄153) ως ακολούθως:
Ο οφειλέτης φυσικό πρόσωπο ο οποίος επιπλέον έχει κηρυχθεί συγγνωστός σύμφωνα με το άρθρο 167 θα απαλλάσσεται πλήρως από τις απαιτήσεις κατά της πτωχευτικής περιουσίας μετά από την παρέλευση τριών ετών από την κήρυξη της πτώχευσης.»
22. Από 1.1.2016, οι αρμοδιότητες που προβλέπονται στον Πτωχευτικό Κώδικα (ν. 3588/2007) ως αρμοδιότητες του συνδίκου, του μεσολαβητή, του ειδικού εντολοδόχου και του ειδικού εκκαθαριστή θα ασκούνται από φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο, ύστερα από καταχώρηση σε επαγγελματικό μητρώο, θα έχει το δικαίωμα να ασκεί το επάγγελμα του διαχειριστή αφερεγγυότητας. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του Υπουργού Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού, καθορίζονται οι τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις άσκησης του επαγγέλματος, τα επαγγελματικά προσόντα που απαιτούνται για την πρόσβαση στο επάγγελμα, ο τρόπος οργάνωσης του επαγγέλματος, ο διορισμός και η παύση του διαχειριστή, η εποπτεία του, οι επιμέρους αρμοδιότητές του σε σχέση με τις προβλεπόμενες διαδικασίες του Πτωχευτικού Κώδικα μαζί με την ευθύνη και τις κυρώσεις από τη μη άσκησή τους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία ρύθμιση μεταβατικού χαρακτήρα, ιδίως για τις εκκρεμείς διαδικασίες.
23. Η παρούσα υποπαράγραφος εφαρμόζεται επί των διαδικασιών που αρχίζουν μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος, με την εξαίρεση της παραγράφου 21 η οποία θα ισχύσει από 1.1.2016.