Νυκτερινό
Συγγραφέας:
Γράμματα, Τόμος 5, Αρ. 41 (1919)


Το βορεινό ουρανό κλωθογυρνούνε
τ΄ άστρα τα εφτά τα σταυρωμένα.

Μέσα από τα σκοινιά που αργοσαλεύουν
κι απ΄ τα λογής κατάρτια τα γερμένα
(άκου, πώς πάνε κι έρχονται, λυπητερά, ολοένα!)
μέσα από τα σκοινιά που αργοσαλεύουν
στον ξάστερο ουρανό πώς τρεμουλιάζουν
πάνω απ΄ το μώλο τ΄ άστρα στηλωμένα!

Μέσα στην άδειαν ύπαρξή μου
εσένα, γλυκό μάτι, που χαράζει
ο Αυγερινός, εσένα έχω κρατήσει,
πάνω απ΄ την τρικυμία που έχει φυσήσει
να κυβερνάς, καλόβουλο κι αγαπημένο αστέρι.

Λάμψη τόσο ακριβή, πώς μου μερώνεις
μια χειμωνιά γυμνή και παγωμένη!
Μέσα της τώρα
είσ΄ η Πλειάδα, που ανεβαίνει.-