Ναΐς
←Μυρτώ | Ἡ Βάρβιτος Συγγραφέας: Ναΐς |
Ἡ τελευταία Ἁμαδρυάς→ |
Η Βάρβιτος, Αθήνα 1860 |
ΝΑΙΣ.
(ΕΚ ΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ ΣΕΝΙΕΡΟΥ).
Ὤ! δράμε, Χρόμι, σ’ ἀγαπῶ, εἶμ’ εὔμορφη καὶ νέα,
Εἶμαι ὡς Ἄρτεμις σεμνὴ, ὡς Ἄρτεμις ἀκμαία.
Καὶ ὅταν τὰ προσέσπερα, ἐμπρὸς εἰς τοὺς ποιμένας
Περνῶ μὲ κόμην ἄπλεκτον καὶ μὲ γυμνὰς ὠλένας,
Ἂν εἶναι ἡ Ναΐς θνητὴ ὡς τὰς λοιπὰς διστάζουν,
Μὲ ἀτενίζουν φεύγουσαν, καὶ, ὣ τί κάλλος! κράζουν.
Εἰς θάλασσαν νὰ μὴ ἐμβῇς ποτὲ, ὡραία κόρη,
Μὴ εἰς θεὰν μεταβληθῇς, καὶ οἱ θαλασσοπόροι
Ἐπικαλοῦνται, βλέποντες τὴν μαύρην καταιγίδα,
Καὶ τὴν λευκὴν Γαλάτειαν καὶ τὴν λευκὴν Ναΐδα.