Μύθος 78: Γέρων και θάνατος

Γέρων και θάνατος
Συγγραφέας:
Απόδοση του αισώπειου μύθου Γέρων και θάνατος.


Πεύκας ἔκοψε τις γέρων ἀπὸ τὸ πλησίον ὄρος
καὶ τῶν καυσοξύλων κόπτης ἐνταυτῷ καὶ ἀχθοφόρος,
μὲ τὰ βήματ' ἀραιὰ
ἤρχετο 'ς τὸν Πειραιᾶ.
Εἰς τὸν δρόμον ἐκουράσθη καὶ ἀπέθεσε τὸ βάρος
κράζων «ἔπαρέ με Χάρε!»· τὸν μισάκουσεν ὁ Χάρος
καὶ τὸ δρέπανον κρατῶν
«ἦλθα, εἶπεν, εἰς αὐτόν.»
«Σ' ἔκραξα ὁ γέρων εἶπεν τὰ ὠχρά του χείλη σείων,
νὰ μὲ βάλῃς εἰς τὸν ὦμον τὸ βαρὺ αὐτὸ φορτίον
ὅ,που εἶχα εἰς τὴν μέση
καθὼς βλέπεις, ἀποθέσει».

Ἐπιμύθιον.
Εἰς τὴν μικροτέραν θλίψιν τῆς ζωῆς καθεὶς φωνάζει
«ἐλθὲ Θάνατε» καὶ ὅταν νὰ μᾶς πάρῃ πλησιάζῃ
καθεὶς τότε ὠχριᾷ,
τρέμει καὶ ἀγωνιᾷ.