Μόνη
Μόνη Συγγραφέας: |
Δημοσιεύθηκε στη εφημερίδα Άστυ, 1η Ιανουαρίου 1900 |
Ἀπ’ ὄλαις ποῦ ἐγνώρισα, σὺ μόνη ξεχωρίζεις·
Σύ μοναχὴ, ἀγάπη μου, δὲν μοιάζεις μὲ καμμιά.
Καὶ μέσα εἰς τὴν ταραχὴ τοῦ κόσμου ἂν ἀνθίζῃς,
Μοιάζεις λουλοῦδι ποῦ ἀνθεῖ στὴν ἄλαλη ἐρημιά.
Κ’ ἔχεις μιά ξένη ὠμορφιὰ, μιὰ ὠμορφιὰ δική σου,
Καὶ σὲ κυκλώνει ὡσὰν φῶς μιὰ χάρι μυστικὴ,
Π’ ἀνθεῖ ’στὸ χαμογέλοιό σου, ποῦ θάλλει ’στὴν ψυχή σου
Κ’ ἠχεῖ στῶν λαλημάτων σου γλυκὰ τὴν μουσική.
Ἔχεις κἄτι παράξενο σὲ κάθε κίνημά σου,
Ποῦ μοιάζει σὰν φτερούγισμα πουλιοῦ ὅπου περνᾷ,
Κ’ ἔχουν κἄποιο μυστήριο μέσα στὰ βλέμματά σου
Ὁποῦ μαγεύει τῇς καρδιαῖς καὶ τῇς ἁποπλανᾷ
Κ’ ἐγὼ στὸ κύκλο τῆς ζωῆς, στῆς ὠμορφιαὶς τοῦ κόσμου,
Ποῦ γύρευα τῶν πόθων μου τὸ ὄνειρο νὰ βρῶ,
Ἀμέσως σ’ ἀνεγνώρισα σὰν φάνηκες ἐμπρός μου
Μ’ ἕνα γλυκὸ χαμόγελο σὲ στόμα φλογερό.
Ἔτσι, ἔτσι σε ἔπλατταν γλυκὰ οἱ λογισμοί μου,
Τῆς νύχταις ὅταν μ’ ἔτρωγεν ὁ πόνος ὁ πικρός,
Κ’ ἔτσι σὲ θέλει σήμερα καὶ πάλιν ἡ ψυχή μου
Ποῦ λυόνει σὰν θυμίαμα στὰ πόδια σου ἐμπρός.