Μεταρρυθμίσεις
Συγγραφέας:
Ιούλιος 1886.


Σᾶς ὑπεσχέθην, Ἕλληνες, καθ' ὅσον εἰμπορέσω,
νὰ γράψω Νομοσχέδια μεταρρυθμιστικά,
καὶ τώρα τὴν ὑπόσχεσιν αὐτὴν θὰ ἐκτελέσω
καὶ ξεφουρνίζω σήμερα ἐκ τούτων μερικά.

Ἐλπίζω δὲ πὼς ὅλοι σας, καλοί μου συμπολῖται,
εἰς τὴν ἀνάγνωσιν αὐτῶν θὰ ἐνασχοληθῆτε,
καὶ θὰ τὰ σχολιάσετε μὲ γνῶσιν καὶ μὲ κρίσιν,
καθόσον εἶναι σύμφωνα πρὸς τοῦ Ρωμῃοῦ τὴν φύσιν.

Α'
Ἐκεῖνος ποὺ στὸν καφενέ τρεῖς ὥραις ραχαρεύει,
αὐτὸς νὰ δίνῃ δυὸ δραχμαῖς γιὰ τοῦτο τὸ ραχάτι,
ἀλλ' ὅποιος ὥραις τέσσαρες στὸν καφενὲ χαζεύει,
αὐτὸς νὰ δίνῃ μιὰ δραχμὴ λιγώτερο καὶ κάτι.
Μὰ ὅποιος τὴν ἡμέρα του στὸν καφενὲ σκοτόνει,
τοῦ πρέπει νὰ πληρώνεται καὶ ὄχι νὰ πληρώνῃ.

Β'
Ὅστις οὐρήσῃ ἀναιδῶς ἀντίκρυ παραθύρων,
ἢ στὸ Πανεπιστήμιον ἢ στὴν Ἀκαδημίαν,
αὐτὸς νὰ συλλαμβάνεται ὑπὸ τριῶν κλητήρων
κι' εὐθὺς νὰ περιτέμνεται εἰς τὴν Ἀστυνομίαν.
Κι' ἂν στὸν μεγάλον τοῦ Ἑρμοῦ ἀποπατήσῃς δρόμον,
χωρὶς τὴν κοσμιότητα νὰ σκέπτεσαι καθόλου,
ἀμέσως ν' ἀναγκάζεσαι ὑπὸ τῶν Ἀστυνόμων
ν' ἀποπατήσῃς φανερὰ κι' εἰς τὴν ὁδὸν Αἰόλου.

Γ'
Ἂν τσακωθῇς μὲ φίλους σου ἀπάνω στὸ μεθύσι
καὶ ὁ φρουρὸς τῆς τάξεως ἐλθῇ νὰ σὲ χωρίσῃ,
ἐσὺ ὀφείλεις πάραυτα ὡς Ἕλλην καὶ ὡς ἥρως
νὰ κοκκινίσῃς πιὸ πολὺ τὴν ράχη τοῦ κλητῆρος.

Δ'
Ἂν σὲ μπατσίσῃ ἄνθρωπος μὲ τὄνα μόνο χέρι,
ἐσὺ ἀμέσως κτύπα τον μὲ δίκοπο μαχαῖρι,
κι' ἅν σὲ μπατσίσῃ μὲ τὰ δυό, σὺ τράβα τὴν κουμποῦρα
καὶ κτύπα τον εἰς τὸ σταυρὸ χωρὶς πολλὴ μουρμοῦρα.

Ε'
Ἂν συνεργίᾳ πειρασμοῦ κατέβη στὸ μυαλό σου,
καὶ ὀρεχθῇς τὴν ὄρνιθα τοῦ φίλου γείτονός σου,
προτοῦ γιὰ τοῦτο εἴδησι ὁ γείτονάς σου πάρῃ,
τοῦ πέρνεις καὶ τὸν κόκκορα γιὰ νὰ γενοῦν ζευγάρι.

Στ'
Ἂν ὡς σημεῖα κατοχῆς ἰδῇς ποτὲ πασσάλους
εἰς γείτονος οἰκόπεδον μικροὺς ἢ καὶ μεγάλους,
καὶ εἶσαι ἄνθρωπος μὲ νοῦν καὶ ὄχι βλὰξ καὶ ἄφρων,
ἀπόσπασον τοὺς εὐσεβεῖς καὶ πλήρωσον τὴν τάφρον.
Μὲ ἄλλους λόγους δηλαδὴ νὰ κατορθώσῃς ὅπως
γίνῃ ταχέως κτῆμα σου τοῦ γείτονος ὁ τόπος.

Ζ'
Ὀφείλει κάθε βουλευτὴς τῶν νεωτέρων χρόνων
νὰ ἔχῃ πόδια τέσσερα καὶ ὄχι δύο μόνον,
γιατὶ ποτὲ δὲν εἰμπορεῖ καὶ οὔτε θὰ μπορέσῃ
στῶν ψηφοφόρων τῇς δουλειᾶς μὲ δυὸ νὰ ἐπαρκέσῃ.

Η'
Ἂν κλέπτης τις στὸ Κεντρικὸν ὑπούργημα γυρέψῃ,
εὐθὺς νὰ διορίζεται ἐπόπτης τοῦ παρᾶ,
γιατὶ ἐκεῖνος ποὔκλεψε μπορεῖ καὶ νὰ μὴν κλέψῃ,
ἀλλ' ὅποιος δὲν ἐσούφρωσε, θὰ κλέψῃ μιὰ φορά.