Μέρα
Συγγραφέας:
16.5.1932


Τὰ ξανθὰ ζώα τῆς ἡμέρας
χαϊδεύουνε τὰ τζάμια
ζεστὲς σκιὲς ἀνοίγουνε τὴ βροχή,
τὴν ὴλίθια βροχὴ τῶν κοιμισμένων πρωϊνῶν.
Ἡ μέρα ποὔρχεται
εὑρίσκετο ἤδη ἕτοιμη κάπου.
Σὰν πολὺ γέρος ἄνθρωπος ποὺ ξαναστήθηκε
ἢ σὰν τὴν αἰώνια μέρα τῶν παιδιῶν ποὺ γεννιοῦνται.
Οἱ φάμπρικες φωνάζουνε βοήθεια.
Ἡ φρεσκάδα ἔρχεται μὲ μικρὰ βήματα
στοὺς δρόμους ἀπ' τὴν ἄρρωστη ἀναπνοή.
Τὰ καφενεῖα ἐγδύθηκαν γιὰ τὸ λουτρό.
Μερικοὶ καμελὸ καταβροχθίζουνε τὴν μακαριότητα.
Σήμερα,
ἡ μικρὴ κατεβαίνει παράξενη σὰν φεύγει τὸ ἄουτομπους.