Λόγος κατά την μετακομιδή των οστών του Καραϊσκάκη

Λόγος κατά την μετακομιδή τών οστών του Καραϊσκάκη
Συγγραφέας:


Μεγαλειότατε,

Ὁ Θεὸς ὁ ἐπιβλέπων τὰ πάντα, ὅστις ὕψωσε τὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τὸ βάραθρον τῆς δουλείας, ἐξ οὐρανοῦ ἐπροώρισεν Ἐσέ, πρῶτον Βασιλέα τῆς Ἑλλάδος. Καὶ ἡμεῖς, συναγωνιζόμενοι ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας της, σιωπηλῶς ἠγωνιζόμεθα, διὰ νὰ ἰδοῦμεν στηριγμένον τὸν θρόνον τῆς Ὑμετέρας Μεγαλειότητος.

Τὰ λείψανα τοῦ ἀοιδίμου πρώην Γενικοῦ Ἀρχηγοῦ μας, τοῦ Γεωργίου Καραϊσκάκη, παρακαταθέτομεν ἔμπροσθεν τῆς Υ. Μ., τοῦ Ἀρχηγοῦ λέγω ἐκείνου ὅστις νηστικούς, ξυπόλητους καὶ γυμνούς μᾶς ὡδήγησε μὲ τὴν δριμύτητα τοῦ χειμῶνος καὶ μὲ τὸν καύσωνα τοῦ ἔαρος εἰς τὴν Ρούμελην καὶ τὴν Ἄττικην κατὰ τὸ 1826 καὶ 1827. Τοῦ Χαϊδαρίου, τῆς Δομπρένας, τῆς Ράχοβας, τῆς Φουντάνας, τοῦ Ὀμὲρ Ἐφέντη, τοῦ Διστόμου, τοῦ Κερατσινίου καὶ τοῦ Φαληρέως οἱ προμαχῶνες, μαρτυροῦν τοὺς ἀγῶνας του ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας τῶν Ἀθηνῶν!

Λαβόντες παρὰ τῆς Ὑμετέρας Μεγαλειότητος τὴν τιμὴν ν’ ἀνακομίσωμεν τὰ λείψανα ταῦτα τοῦ ἀειμνήστου ἀρχηγοῦ μας, ἰδοὺ σὲ τὸν παρουσιάζομεν Βασιλεῦ! Ὁμοῦ δὲ μ'αὐτὸν καταθέτομεν εἰς τὴν ψυχήν σας, Μεγαλειότατε, καὶ τὴν τελευταίαν προφορικὴν παραγγελίαν τοῦ ἀρχηγοῦ μας αὐτοῦ. «Ἀδελφοί, μᾶς εἶπεν, ἐγὼ ἀποθνήσκω, καὶ ἰδοὺ μὲ τοῦτο ἐκπληρώνω τὸ χρέος μου πρὸς τὴν πίστιν καὶ τὴν πατρίδα. Σεῖς δὲ ἀκολουθοῦντες τὰς ὁδηγίας μου καὶ τὰ παραδείγματά μου, ἐλευθερώσατέ μου τὰς Ἀθήνας• πληρώσατε τὸ ἔργον, ὅπου ἐγὼ ἐπεφορτίσθην παρὰ τοῦ ἔθνους καὶ τῆς Κυβερνήσεώς μου. Ἀδελφοί! ἀφίνω πάμπτωχα τὰ ἀνήλικα τέκνα μου, ἐκέρδισα δὲ δι' αὐτὰ τὴν εὐγνωμοσύνην τοῦ Ἔθνους, καὶ τὴν ἰδικήν σας φιλίαν, οἵτινες εἶσθε οἱ συναγωνισταί μου. Σεῖς λοιπὸν σταθῆτε οἱ προστάται των ἕως ὅτου ἡσυχάση ἡ πατρίς, διὰ νὰ λάβῃ τὴν φροντίδα τους ἡ Κυβέρνησις. Ὅσον δὲ δι' ἐσᾶς δὲν βλέπω ἐμπρός μου τὸ ἔθνος συνηγμένον ἤ τὴν Κυβέρνησιν νὰ τοὺς παραστήσω τοὺς κόπους, τὴν νηστείαν καὶ ὅλας τὰς δυστυχίας, ὅσας ὑπεφέρατε μαζί μου, ὅσα ἐδαπανήσατε καὶ πόσην ἀξιότητα ἐδείξατε, ὥστε πρεπόντως νὰ σᾶς βραβεύσῃ διὰ τοὺς ὑπὲρ αὐτοῦ ἀγῶνας σας• πλήν σᾶς παραγγέλλω νὰ μένετε ἑνωμένοι εὐπειθεῖς καὶ πιστοὶ εἰς τὰς κυβερνήσεις, ἔχοντες ὁδηγὸν τὸ συμφέρον τῆς πατρίδος, καὶ ὅταν ἡ Ἑλλὰς ἐλευθερωθῇ, ἐπειδὴ ὁ Ὕψιστος ἀπεφάσισε τὴν ἐλευθερίαν της, μὴν ἀμφιβάλλετε, ὅτι θέλετε δικαιωθῆ».

Ἰδοὺ λοιπόν, Μεγαλειότατε, τὰ πάμπτωχα κοράσιὰ του• εἰς Σὲ λοιπὸν ἀνήκει ὅ,τι δι' αὐτὰ δὲν ἐπρόλαβεν νὰ κάμῃ ὁ πατήρ τους καὶ ἀρχηγός μας. Ἰδοὺ καὶ οἱ συναγωνισταί μας, διὰ τοὺς ὁποίους οἱ τελευταῖοι του λόγοι ἐπίσης ἀνήκουν εἰς Σέ, Μεγαλειότατε, νὰ τοὺς δικαιώσῃς, νὰ μὴ λιμώττουν εἰς τὰς λαμπρὰς ἡμέρας Σου καὶ οὕτω νὰ ἐκπληρωθοῦν καὶ αἱ τελευταῖαι εὐχαί του πρὸς τοὺς συναγωνιστὰς του.