Λεξικόν της Ελληνικής Αρχαιολογίας
Συγγραφέας:
μεταφράστηκε από συντάκτες της Βικιθήκης
Ἄβαρις
Δείτε στη Βικιπαίδεια: Άβαρις


Πρωτότυπο κείμενο Μετάφραση

Ἄβαρις, ἱερεὺς τοῦ Ἀπόλλωνος, ὃν ἢ παράδοσις ὡς θαυματουργὸν ἐθεώρει. Κατὰ τὴν ἕκτην ἢ ἑβδόμην π. Χ. ἑκατονταετηρίδα, ἐκ τῶν Ὑπερβορείων προερχόμενος, ἔλαβε, κατὰ τὸν Ἰάμβλιχον (Β. Πυθ. ΙΘ, 28), χρυσοῦν βέλος παρὰ τοῦ Ἀπόλλωνος, ἐφ’ οὗ ὀχούμενος (αἰθροβάτης), διῆλθε τὴν Ἑλλάδα χρησμοδοτῶν, ζῶν ἄτροφος (Ἡρόδ. Δ, 36), πολλὰς διδάξας συνταγὰς ἱλαστηρίους καὶ ἁγνισμοῦ, καὶ διὰ μόνων λέξεων νόσους ἀποσοβῶν, ὡς ἔσωσε τὴν Σπάρτην ἀπὸ κατατρύχοντος αὐτὴν λοιμοῦ, ὅτε καὶ ναὸν τῇ Σωτείρᾳ κόρῃ ἐκεῖ ᾠκοδόμησε (Παυσ. Γ, 13, 2).

Ἀβαρις, ιερέας του Απόλλωνα, ο οποίος κατά την παράδοση θεωρούνταν θαυματουργός. Κατά τον έκτο ή έβδομο αιώνα π.Χ, ερχόμενος από τους Υπερβόρειους, πήρε σύμφωνα με τον Ιάμβλιχο,[1] χρυσό βέλος από τον Απόλλωνα, και πετώντας πάνω σε αυτό (αιθεροβάτης), διάσχισε την Ελλάδα, ζώντας χωρίς τροφή[2] διδάσκοντας εξιλαστήριες και εξαγνιστικές συνταγές, και θεραπεύοντας αρρώστιες μόνο με λόγια, όπως έσωσε τη Σπάρτη από λοιμό που την κατατυρρανούσε, οπότε και η πόλη οικοδόμησε τον ναό της Σωτείρας κόρης.[3]

Παραπομπές σε αρχαίους συγγραφείς
  1. Ιάμβλιχος, Περὶ τοῦ πυθαγορικοῦ βίου, ΙΘ, 28
  2. Ηρόδοτος, Ἱστορίαι, Δ, 36
  3. Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις, Γ 13, 2