ΚΕ’ Μαρτίου ή Τα Γενέθλια της Ελλάδος

ΚΕ’ Μαρτίου ή Τα Γενέθλια της Ελλάδος
Συγγραφέας:


Των Ζεφύρων λεπταί αύραι την Ελλάδα μας δροσίζουν
και ελεύθεραι σημαίαι 'ς το Αιγαίον κυματίζουν
και η Άνοιξις τα άνθη σπείρουσ’ επί του εδάφους,
των ηρώων της στολίζει τους δεδοξασμένους τάφους.
Η επέτειος ημέρα είναι της ελευθερίας
και της παλιγγενεσίας
Βλέπω, βλέπω τους ανδρείους της Πατρίδος μας προμάχους
με τους φοίνικας της νίκης να καλύπτουν τας ουλάς των,
και την θάλασσαν ακούω, τας κοιλάδας και τους βράχους
ν’ αντηχούν ωδάς του Ρήγα και παιάνας της χαρας των.
Τί χαρμόσυνος ημέραI
Ανυμνεί φαιδρός ο Έλλην τον Ουράνιον Πατέρα.

Δούλος δεν είναι ο Έλλην, ναι, το μέτωπον του πλέον
δούλου στίγματα δεν φέρει... έχων αίσθημα γενναίον,
ομοιάζει ηφαιστείω, το οποίον ’ς την καρδίαν
υπό τέφραν σκεπασμένην τοτ’ έτρεφε φωτίαν,
πλην με βρόντους και πατάγους έμελλ’ έκρηξιν να κάμη
κ’ εις τα όπλα τον να δράμη,
και μ’ αυτά την καταισχύνην των προγόνων του νά πλύνη·
αρειμάνιος και ένθους με ξεγυμνωμένα ξίφη
τον αυχένα των τυράννων εις τους πόδας του συγκλίνει.
Καταστρέψας του Μωάμεθ τάγρια και πυκνά στίφη,
βλέπει νυν φαιδράς ημέρας,
κ’ εκψυχούν το αιμοβόρον εις τα αίματά του Τέρας

Ευμνημόνευτος ημέρα! Των Πατρών ιδού ο γέρων,
εις την κεφαλήν του μίτραν και Σταυρόν εις χείρας φέρων,
την σημαίαν της Ελλάδος 'ς το μονύδριον της Λαύρας
ευλογεί, κι ευθύς ο Έλλην επιφέρων μοίρας μαύρας,
γυψ από των Καλαβρύτων καθιπτάμενος τους βράχους
μετ’ οργής και μετά τάχους
εφορμά κατά των Τούρκων, μαύρον φόνον διανέμων.
Ήρως εις το Μεσολόγγι, εις το Άστρος νομοθέτης,
το πηδάλιον του Έθνους εν τω μέσω των πολέμων
ίθυνεν ο Κουντουριώτης, ο Ζαήμης, ο Κωλέττης.
Ευμνημόνευτος ημέραI
εις τας πράξεις των Ελλήνων εξεπλήοσετο η Σφαίρα!

Τότ' ο Βότοαρης, ως ήρως πίπτων εις το Καρπενήσι,
των βαρβάρων ηδυνύθη και τον χείμαρρον να στήση
και της δόξης κληρονόμος vα γενή του Λεωνίδα·
Είκοσι Μαυρομιχάλαι κείνται δια την Πατρίδα..,
Ήστραπτεν ως φλοξ ο Διάκος ‘ς των Θερμοπυλών τα όρη,
Ο Νικήτας 'ς τ’ Αγηνόρι,
και ο μέγας Καραίσκος εις τους κάμπους της 'Ραχώβης,
τας δε δάφνας του Μιαούλη κατεδόξασεν ο Άθως,
‘ς τον ναόν ενίκα τότε ο Τζαβέλλας της Κλειοόβης,
και τους Τούρκους ο Κανάρης κατεπόντιζε ς το βάθος,
Ω, τρισένδοξοι ημέραι!
εις την δόξαν εναβρύνου των υιών σου, Ελλάς, χαίρε.

Πόσον εύμορφ' ήτο τότε η Ελλάς μας πολεμούσα,
‘ς τα στενά κ' εις τας κοιλάδας, όλη σιδηροφορούσα!
Κόρυθα ‘ς την κεφαλήν της έφερε και όχι στέμμα,
τα δε ράκη των υιών της, τα κατάστικτ’ από αίμα,
η βασιλική της ήσαν χρυσοΰφαντος πορφύρα·
αντί σκήπτρου εις την χείρα
έπαλλε μετ’ αφοβίας το πελώριόν της δόρυ
και τους τόσους παλαμναίους έτρεπ’ εις φυγήν εχθρούς της·
η δε Δύσις μ' έκπληξίν της τους Αγώνας εθεώρει,
κι’ αναγεννωμένην πάλιν την Ελλάδα 'ς τους υιούς της.
Είδε και δεινάς ημέρας!
των Ελληνικών αγώνων πλην ο θρόνος είναι γέρας.

Πέρασαν τα άχθη όλα των σκαιών εκείνων χρόνων,
καθ’ ους σάγαρις βαρβάρων πανταχού εποίει φόνον·
οι κακοποιοί αιώνες πέρασαν της τυραννίας,
σνγκατέσυραν δε πάντα τα κακά της αμαθείας.
Η παιδεία ήτις πάλιν εις την γην μας ανατέλλει,
μέλλον αίσιον αγγέλλει,
Ω παρθένα της Ελλάδος, με στεφάνους από ρόδα
και με κυανόχρουν ζώνην καί λευκήν απλήν χλαμύδα,
σεις τον φίλαρχον κινείτε και χαριτωμένον πόδα,
ας υμνούν οι ποιηταί μας ελευθέραν την Πατρίδα.
Ω, τρις ευτυχής ημέρα!
η Ελλάς μας εκηρύχθη εις τον κόσμον ελευθέρα!