Η Πλάνη του Χορού (Ο Χορός ήταν το Βάλς)



Ψες που χόρευαν οι νέες,
απ' αυτές μού εφάνη μια,
μου εφάνηκε πως είναι
η Ελίζα η μορφονιά.
Άλλη δεύτερη προβαίνει
κι άλλη τρίτη γαλανή
και στες τρεις ωραίες χορεύτριες
την Ελίζα μου έχω ιδεί.
Πλην δεν ήτον η Ελίζα
με τες νιες εις τον χορό,
εις παιγνίδια και εις τραγούδια
να φανεί έχει καιρό.
Οι στερνοί χοροί της ήτον
τότε εις τη βραδυνή
που του γάμου το στεφάνι
φόρειε εις την κεφαλή.
Αλλά τώρα πού 'ναι η νέα,
πού 'ναι η νιόνυμφη η ξανθή;
Με τες άλλες και αυτή νέες
πώς δεν βγαίνει να χαρεί;
Μήνες πέρασαν και πάνε,
κι ήλθαν τ' άνθη του Μαγιού,
το λημέρι της αιώνια
δέρνει η άφρα του γιαλού.
Βόσκουν πρόβατα και γίδια
στης Ελίζας το νησί,
και κοιμάται η ξανθή κόρη
σ' ένα σπήλιο μοναχή.