Η καπετάνισσα (Κώστας Κρυστάλλης)

Η καπετάνισσα
Συγγραφέας:
Από τη συλλογή Τα αγροτικά


κ. Μ. Μητσάκη

                       
Ἡ Ῥούσιω ἡ καπετάνισσα, τοὺ Γέρω-Δήμου ἡ νύφη,
'Στὰ παραθύρια κάθεται, τοὺς κάμπους ἀγναντεύει,
Κι' ἀναστενάζει ἀπ' τὴν καρδιὰ καὶ μὲ τὸν νοῦ της λέει:

-Μάνα, μ' ἐκακοπάντρεψες καὶ μ' ἔδωκες σὲ κλέφτη,
Ποῦ βρίσκεται 'ςτὸν πόλεμο ἀπ' τὴν αὐγὴ ὡς 'ςτὸ βράδυ,
Κι' ἀπὸ τὸ βράδυ ὡς 'ςτην αὐγὴ φυλάει 'ςτὸ καραούλι,
Καὶ δὲν τὸν εἶδα μιὰφορὰ νὰ κοιμηθῇ σιμά μου.
Ἐγὼ τουφέκια σκιάζομαι, τἄρματα ἐγὼ τὰ τρέμω,
Γιὰ νὰ τὰ ζώσω 'ςτὸ κορμὶ νὰ πάω ἀπὸ κοντά του,
Κ' ἐχτίκιασαν τὰ στήθεια μου, ἐμάλλιασε ἡ καρδιά μου,
Μαράθηκαν τὰ νειάτα μου κ' ἡ ἐμμορφιά μου ἐχάθη.
Σὰν τί τὰ θέλω τὰ φλουριὰ καὶ τὰ βαρηὰ γιουρτανια,
Σὰν τί τὰ θέλω τὰ χρυσᾶ κι' ἀσημωμένα ροῦχα,
Σὰν δὲν κοιμοῦμαι μιὰ φορὰ 'ςτὸ πλάϊ τοῦ καλοῦ μου;
Νἄμουνα κάλλια πιστικιά, κάλλια θερίστρα νἄμουν,
Παρὰ ἡ καπετάνισσα, τοῦ Γέρω-Δήμου ἡ νύφη.
Γιὰ ἰδὲς θερίστραις, πιστικαίς, ὁλημερὶς γυρνᾶνε
'Στὰ ῥεμματα, 'ςταὶς λαγκαδιαίς, 'ςτοὺς κάμπους καὶ 'ςτὰπλάϊα
Μὲ τὸν καλό τους 'ςτὸ πλευρὸ καὶ μὲ μικρὰ 'ςτὰ χέρια.
Κ'ἐγώ, κλεισμένη μοναχὴ 'ψηλὰ 'ςτὰ κορφοβούνια,
Τὰ λερωμένα του σκουτιὰ 'μπεζέρισα νὰ πλένω,
Κι' ὥρα τὴν ὥρα μὲ καρδιὰ καταλαχταρισμένη
Τὸν καπετάνο καρτερῶ τόσαις βραδειαὶς κι' αὐγούλαις,
Πότε νὰ τὸν ἰδῶ γερὸς ν' ἀφήσῃ τὰ λημέρια,
Νἀρθῇ 'ςτὸ σπίτι μιὰ φορά, νὰ κοιμηθοῦμε ἀντάμα!