Η άνοιξη, περαστικιά
Συγγραφέας:


H άνοιξη, περαστικιά
απ’ το σπίτι,
έσυρε μια χαρακιά
στο φεγγίτη.
 
Xάραξε κλαδιά πλεχτά
σα γαϊτάνι,
και τα φύλλα τα δετά
σε στεφάνι,
 
και τ’ αγέρι όταν περνά
στα κοτσάνια,
κάνουν όλα ταπεινά
μια μετάνοια.
 
Πέρασε απ’ τις γνωστικές
τις κοπέλες
κι άνθισαν ποδιές λευκές
και κορδέλες.
 
Άγιασε τα χώματα
μ’ άγια μύρα,
κι είν’ ευκές τα χρώματα,
γύρα-γύρα.
 
Πήγε κι απ’ την εξοχή
κι απ’ το ρέμα,
κι όλοι οι φράχτες, οι φτωχοί,
τρέχουν αίμα.
 
Tώρα ο δρόμος της μακριά
θα τη βγάλει,
κει που βρέχει τη στεριά
τ’ ακρογιάλι,
 
στα νερά τα χαμηλά,
κούφια, λίγα,
για να βάλει μια λιλά,
μια ίσια ρίγα.
 
Άδειασε κι εδώ κι εκεί
τόσα δώρα
και σα Mοίρα στοργική
φεύγει τώρα
― στην καλή της ώρα!