Η Συνοδεία του Διονύσου



Ἡ Συνοδεία τοῦ Διονύσου


1907


Ὁ Δάμων ὁ τεχνίτης (ἄλλον πιὸ ἱκανὸ
στὴν Πελοπόννησο δὲν ἔχει) εἰς παριανὸ
μάρμαρο ἐπεξεργάζεται τὴν συνοδεία
τοῦ Διονύσου. Ὁ θεὸς μὲ θεσπεσία
δόξαν ἐμπρός, μὲ δύναμι στὸ βάδισμά του.
Ὁ Ἄκρατος πίσω. Στὸ πλάγι τοῦ Ἀκράτου
ἡ Μέθη χύνει στοὺς Σατύρους τὸ κρασὶ
ἀπὸ ἀμφορέα ποῦ τὸν στέφουνε κισσοί.
Κοντὰ τῶν ὁ Ἠδύοινος ὁ μαλθακός,
τὰ μάτια του μισοκλειστά, ὑπνωτικός.
Καὶ παρακάτω ἒρχοντ' οἱ τραγουδισταὶ
Μόλπος κ' Ἠδυμελής, κι ὁ Κῶμος ποῦ ποτὲ
νὰ σβύσει δὲν ἀφίνει τῆς πορείας τὴν σεπτὴ
λαμπάδα ποῦ βαστᾷ· καί, σεμνοτάτη, ἡ Τελετή.-
Αὐτὰ ὁ Δάμων κάμνει. Καὶ κοντὰ σ' αὐτὰ
ὁ λογισμός του κάθε τόσο μελετᾷ
τὴν ἀμοιβή του ἀπὸ τῶν Συρακουσῶν
τὸν βασιλέα, τρία τάλαντα, πολὺ ποσόν.
Μὲ τ' ἄλλα του τὰ χρήματα κι αὐτὰ μαζὺ
σὰν μποῦν, ὡς εὔπορος σπουδαία πιὰ θὰ ζεῖ,
καὶ θὰ μπορεῖ νὰ πολιτεύεται - χαρά! -
κι αὐτὸς μὲς στὴν βουλή, κι αὐτὸς στὴν ἀγορά.