Εὐελπισία
Συγγραφέας:
Δημοσιεύθηκε στο Ετήσιον Ημερολόγιον του Έτους 1890 του Κωνσταντίνου Σκόκου


ΕΥΕΛΠΙΣΙΑ

Ἀφ’ ὅτου ὁ Κόσμος ’στήθηκε – τὸ ξεύρω, τὸ λογιάζω –
ἡ Τύχη στρέφει τὸν τροχό, κι’ αὐτός, ’ς τὸ κύλημά του,
παίρνει ’ς τὴ σβάρνα ὅ,τι βρῇ, τὸ ἄνου κάμνει κάτου,
κάμνει φτωχὸ τὸν πλούσιο κι’ αὐθέντη τὸν βαστάζο.


Μὰ ξεύρω κι’ ἄλλο κἄτι τί, θωρῶ καὶ κἄτι ἄλλο:
Ἡ Τύχ’ εἶν’ ἀλλοπρόσαλλη δουλεύτρια τοῦ Πλάστου,
ποῦ κάμνει, τόσον ἄστατη, τὰς σταθερὰς βουλάς Του,
ὡς νὰ γενῇ τὸ σχέδιο τοῦ Κόσμου, τὸ μεγάλο,


Πρέπει λοιπόν, ἂν ἐχθρικὰ μία στιγμὴ μ’ ἐστάθη
ἡ Τύχη, πὤχει ἔργο της αὐτὸ τὸ νταραβέρι,
ξεχνῶντας κάθε χειμωνιὰ πῶς φέρνει καλοκαῖρι,
νὰ χάσω ἀπ’ τὴν ἀπελπισιὰ τ’ αὐγὰ μὲ τὸ καλάθι;


Ὄχι: Κι’ ἂν χάσω θησαυρούς, κορώνα ἀπ’ τὸ κεφάλι,
ποῦ ἦταν δίκῃο κτῆμα μου, ποῦ τ’ ἄξιζα ἀπ’ ἀλήθεια,
Τύχη στραβὴ μὲ μάχεται, μοῦ εἶν’ ὁ θεὸς βοήθεια, –
μὲ ὑπομονὴ καὶ θέλησι θὰ τ’ ἀποκτήσω πάλι.

Γ. Μ. Βιζυηνός