Τῷ φίλῳ Π. Παΐζη, εἰς τὴν πτῆσιν τοῦ ἀγγέλου του Νίκου
Συγγραφέας:
Δημοσιεύθηκε στο Ετήσιον Ημερολόγιον του Έτους 1890 του Κωνσταντίνου Σκόκου


ΤΩ ΦΙΛΩι Π. ΠΑΪΖΗι
ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΤΗΣΙΝ ΤΟΥ ΑΓΓΕΛΟΥ ΤΟΥ
ΝΙΚΟΥ

ΔΕΝ σὤτυχε ἀπ’ τὸ παράθυρό σου
αὐγοῦλα ἢ νύχτα καλοκαιρινή,
νὰ ἰδῇς νἄμπῃ φαιδρὴ ’ς τὸ δωματιό σου
πεταλουλοῦδα ὁλόλευκη, χρυσῆ;

*

Δὲν ἔτυχε ποτὲ πουλάκι ξένο
ἀσκόπουλο πεσμένο ἀπ’ τὴ φωληὰ
μέσα ’ς τὸ σπῆτί σου νὰ ἔλθῃ τὸ καϋμένο
ἁπλώνοντάς σου τ’ ἅμεστα φτερά; –

*

Ξενόφερτο κι’ ὁ Νῖκος καναρίνι,
σοῦ ’χτύπησε μιὰ μέρα τὸ γυαλί,
μπαίνει… καὶ σὺ ἀπ’ τὴν ἡμέρα ἐκείνη
ἐνόμισες παιδί σου ἕνα πουλί.

*

’Σ ὁλόχρυσο κλουβὶ τὸ φυλακίζεις,
μὲ χάδια τ’ ἀνασταίνεις, μὲ φιλιά,
ὅλο κεχρὶ τὸ θρέφεις, τὸ ταγίζεις,
κ’ ἐκεῖνο χαρωπὸ σοῦ τραγουδᾶ.

*

Μά, ἡμέρα – ἡμέρ’ ἀξένουν τὰ φτερά του,
κ’ εὑρίσκει τὸ κλουβάκι του ἀνοιχτὸ…
ἐπέταξε, πηγαίνει ’ς τὴ φωλιά του,
ὅθ’ ἔλειπ’ ἕνα χρόνο τὸ φτωχό.

Ἐν Ζακύνθῳ, 30 Ἰανουαρίου, 1889.

Ἀνδρέας Μαρτσώκης