Εις την Αθηνά της Ακαδημίας

Εις την Αθηνά της Ακαδημίας
Συγγραφέας:


Σὺ τῆς σοφίας ἡ θεά, σὺ τοῦ Διὸς ἡ κόρη,
καὶ τῆς Ἀκαδημίας μας πολύτιμος στολή,
ὤ! κτύπα τὴν ἀσπίδα σου μὲ τὸ μακρύ σου δόρυ,
κι' ὁ ἥλιος στὸ χρυσάφι σου ἂς ἀκτινοβολῇ.
Σὲ βλέπω καὶ σὲ χαιρετῶ, θεὰ χαριτωμένη
ἂν καὶ κατήντησες καὶ σὺ σὰν ὅλα ξεπεσμένη.

Πέρασ' ἐκεῖνος ὁ καιρός, ποὺ ἔχαιρες τιμή,
καὶ ἔδεναν λουκάνικα στῶν σκύλων τὴν οὐρά·
τώρα σοφία μπόλικη πουλιέται σὰν ψωμὶ
καὶ μέσα στὸ μπακάλικο τοῦ Παναγιωταρᾶ.
Καὶ στὸ καπέλο τὸ ψηλό, καθὼς καὶ στὸ καστόρι
σοφία κρύβεται βαθειά, τοῦ Ἐριγδούπου κόρη.

Πῶς σὲ λυποῦμαι, ὦ θεά!... σὲ τοῦτον τον αἰῶνα
μοῦ φαίνεσαι στὴν πίστη μου σὰν τὴν κυρὰ Δασκάλα,
κι' ὅταν σὲ βλέπω κἄποτε ψηλὰ εἰς τὴν κολῶνα,
δὲν ξέρω πῶς μοῦ ἔρχεται νὰ πάρω μία σκάλα,
ν' ἀνέβω εἰς τὸ ὕψος σου καὶ νὰ σὲ κατεβάδω,
καὶ τὸ μακρύ κοντάρι σου ἀπάνω σου νὰ σπάσω.

Τί χάσκεις ἀπὸ τὰ ψηλά, γλαυκῶπις, σὰν ζευζέκα,
καὶ βλέπεις τὸν Ἀπόλλωνα γυμνὸν ἀπὸ τὰ πλάγια;
Ἂν σὺ νομίζῃς πὼς περνᾶς γιὰ πάνσοφη γυναῖκα,
γιὰ μᾶς δὲν εἶσαι τίποτα παρὰ μιὰ κουκουβάγια.
Κι' ἂν ἐγγαστρώθη ἄλλοτε θεοῦ μυαλὸ μ' ἐσένα,
τώρα μπορεῖ νὰ γεννηθῇς ἀκόμη κι' ἀπὸ μένα.

Ἂν δὲν ἀκούεται φωνὴ μὲς στὴν Ἀκαδημία,
ἂν μὲς σ' αὐτὴ δὲν ἔρχεται κανένας νὰ διδάξῃ,
ὤ! μὴ θαρρῇς πὼς ἔπεσε καμμιὰ ἐπιδημία
ἢ πὼς μᾶς ἔλειψαν σοφοί... πᾶ! πᾶ! Θεὸς φυλάξοι.
Ἐμεῖς γιὰ λοῦσο θέλομε νὰ εἶναι στὰς Ἀθήνας,
γιὰ λοῦσο μᾶς τὴν ἔκτισε κι' ὁ μακαρίτης Σίνας.

Ἄλλ' ἂν στ' Ἀναβρυτήριο ντελάληδες φωνάξουν:
«Ποιὸς Ἕλλην θέλει νὰ γενῇ Ἀκαδημαϊκός;»
ὤ! τότε ὅλ' οἱ Ἕλληνες ἐμπρός σου θὰ πετάξουν,
καὶ εἰς τὰς ἕδρας πόλεμος θ' ἀνάψῃ φονικός.
Κι' ἐγὼ θὰ τρέξω, Ἀθηνᾶ... παντοῦ σοφίας γνῶσις;
κι' ἂν θέλῃς νὰ σοῦ δώσωμε, καὶ ὄχι νὰ μᾶς δώσῃς.