Συγγραφέας:Ανύτη: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ο Geraki μετακίνησε τη σελίδα Ανύτη στη Συγγραφέας:Ανύτη:
FocalPoint (συζήτηση | Συνεισφορά)
μεταφορά από Ποιήματα (Ανύτη) [https://el.wikisource.org/w/index.php?title=%CE%A0%CE%BF%CE%B9%CE%AE%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1_%28%CE%91%CE%BD%CF%8D%CF%84%CE%B7%29&action=history]
Γραμμή 10:
}}
 
{{Πολυτονικό}}
== Έργα ==
Επιγράμματα από την [[Παλατινή Ανθολογία]] και την [[Ανθολογία του Πλανούδη]]
 
==VI 123 Ανύτης==
*[[Ποιήματα (Ανύτη)|Ποιήματα]]
:Έσταθι τάδε, κράνεια βροτοκτόνε,
:μηδ' έτι λύτρον χάλκεον αμφ' όνυχα
:στάζε φόνων δαΐων, άλλ' ανά
:μαρμαρέον δόμον ημένα αιπύν Αθάνας, αγγέλειν ανόρεαν
:Κρητός Εχεκρατίδα
 
==VI 153 Ανύτης==
:Βουχανδής ο λέβης· ο δε θείς Εριασπίδα υιός,
:Κλεύβοτος· α πάτρα δ’ ευρύχορος Τεγέα·
:Ταθάνα δέ τό δώρον· Αριστοτέλης δ’ επόησεν
:Κλειτόριος, γενέτα ταυτό λαχών όνομα.
 
==VI 312 Ανύτης==
:Ηνία δή τοι παίδες ενί, τράγε, φοινικόεντα
:θέντες καί λασίω φιμά περί στόματι
:ίππια παιδεύουσι θεού περί ναόν άεθλα,
:όφρ’ αυτούς εφορή νήπια τερπομένους.
 
==VII 190 Ανύτης==
:Ακρίδι, τά κατ’ άρουραν αηδόνι και δακρυοκοίτα,
:τέτιγγι ξυνόν τύμβον έτευξεν Μυρώ,
:παρθένιον στάξασα κόρα δάκρυ· δισσά γάρ αυτάς
:παίγνι’ ο δυσπειθής ώχετο έχων Αΐδας.
 
==VII 202 Ανύτης==
:Ουκέτι μ' ως τό πάρος πυκιναίς πτερύγεσσιν ερέσσων
:όρσεις εξ ευνής όρθριος εγρόμενος·
:ή γάρ σ’ υπνώοντα σίνις λαθρηδόν επελθών
:έκτεινεν λαιμώ ρίμφα καθείς όνυχα.
 
==VII 208 Ανύτης==
:Μνάμα τόδε φθιμένου μενεδαΐου είσατο Δάμις
:ίππου, επεί στέρνον τούδε διαφοινόν Άρης
:τύψε· μέλαν δέ οι αίμα ταλαυρίνου διά χρωτός
:ζεσσ’ επί δ’ αργαλέα βώλον έδευσε φονά.
 
::''Του σκοτωμένου μαύρου του έστησ' ο Δάμις μνήμα,''
::''που ο Άρης τον εχτύπησε στα στήθια τα γερά.''
::''Το πορφυρό του απ' το κορμί πετάχθηκ' αίμα ως κύμα''
::''και βώλους εκατάβρεξε και χώματα ξερά.''
:::: μετάφρ. [[Σίμος Μενάρδος|Σιμ. Μενάρδος]] (''[[Στέφανος (Σίμος Μενάρδος)|Στέφανος]]'', 1924)
 
==VII 215 Ανύτης==
:Ουκέτι δή πλωτοίσιν αγαλλόμενος πελάγεσιν
:αυχέν’ αναρρίψω βυσσόθεν ορνύμενος,
:ουδέ περί σκαλμοίσι νεώς περικαλλέα χείλη
:ποιφύσσω, ταμά τερπόμενος προτομά·
:αλλά με πορφυρέα πόντου νοτίς ώσ’ επί χέρσον,
:κείμαι δέ ραδινάν τάνδε παρ’ ηϊόνα.
 
::''Τα πλωτά πιά δε θα χαρώ του κόσμου εγώ τα μέρη,''
::''δεν θ' αναρίξω το λαιμό απο νερά βαθιά''
::''ουδέ στου καραβιού μπροστά την πλώρη ταίρι ταίρι''
::''θα βλέπω τη φιγούρα μου, πλασμένη μια ομορφιά ''
::''γιατ' η πνοή της θάλασσας με ξώσυρε στην ξέρη''
::''και τώρα στην ακρογιαλιά κοιμούμαι την τραχιά.''
::: μετάφρ. Σίμος Μενάρδος (''Στέφανος'', 1924)
 
==VII 486 Ανύτης==
:Πολλάκι τώδ’ ολοφυδνά κόρας επί σάματι Κλείνα
:μάτηρ ωκύμορον παιδ’ εβόασε φίλαν,
:ψυχάν αγκαλέουσα Φιλαινίδος, ά προ γάμοιο
:χλωρόν υπέρ ποταμού χεύμ’ Αχέροντος έβα.
 
==VII 490 Ανύτης==
:Ώλεο δήποτε, Μαίρα πολύρριζον παρά θάμνον,
:Λόκρι, φιλοφθόγγων ωκυτάτη σκυλάκων·
:τοίον ελαφρίζοντι τεώ εγκάτθετο κώλω
:ιόν αμείλικτον ποικιλόδειρις έχις.
 
==VII 490 Ανύτης==
:Παρθένον’ Αντιβίαν καταδύρομαι, άς επί πολλοί
:νυμφίοι ιέμενοι πατρός ίκοντο δόμον
:κάλλευς καί πινυτάτος ανά κλέος· αλλ’ επιπάντων
:ελπίδας ουλόμενα Μοιρ’ εκύλισε πρόσω.
 
==VII 492 Ανύτης==
:Οιχόμεθ’, ω Μίλητε, φίλη πατρί, τών αθεμίστων
:τάν άνομον Γαλατάν ύβριν αναινόμεναι,
:παρθενικαί τρισσαί πολιήτιδες, άς ο βιατάς
:Κελτών εις ταύτην μοίραν έτρεψεν Άρης.
:Ου γάρ εμείναμεν αίμα τό δυσσεβές ουδ’υμέναιον,
:Νυμφίον αλλ’ Αίδην κηδεμόν’ ευρόμεθα.
 
==VII 538 Ανύτης==
:Μάνης ούτος ανήρ ήν ζών ποτέ· νύν δέ τεθνηκώς
:ίσον Δαρείω τώ μεγάλω δύναται.
 
::''Σαν ζούσε αυτός ο άνθρωπος ήτανε σκλάβος• τώρα''
::''που πέθανε ίσος έγινε με το Δαρείο το Μέγα.''
 
==VII 646 Ανύτης==
:Λοίσθια δη τάδε πατρί φίλω περί χείρε βαλούσα
:είπ’ Ερατώ, χλωροίς δάκρυσι λειβόμενα·
:«Ώ πάτερ, ού τοι ετ’ ειμί, μέλας δ΄εμόν όμμα καλύπτει
:ήδη αποφθιμένης κυάνεον θάνατος».
 
::''Τά λόγια τούτα τά στερνά τού αγαπημένου κύρη''
::''είπε η Ερατώ καί, κλαίγοντας, τόν κράταγε σφιχτά :''
::''«Πατέρα μου, δική σου πιά δέν είμαι• φεύγω. Ο μαύρος''
::''ο θάνατος τά μάτια μου τά γαλανά σφαλά».''
 
==VII 649 Ανύτης==
:Αντί τοι ευλεχέος θαλάμου σεμνών θ’ υμεναίων
:μάτηρ στήσε τάφω τώδ’ επί μαρμαρίνω
:παρθενικάν, μέτρον τε τεόν καί κάλλος έχοισαν,
:Θερσί· ποτιφθεγκτά δ’ έπλεο και φθιμένα.
 
==VII 724 Ανύτης==
:Ήρα μένος ε, Πρόαρχ’, όλεσ’ εν δαΐ, δώμά τε πατρός
:Φειδία εν δνοφερώ πένθει έθου φθίμενος·
:αλλά καλόν τοι ύπερθεν έπος τόδε πέτρος αείδει,
:ως έθανες πρό φίλας μαρνάμενος πατρίδος.
 
==IX 144 Ανύτης==
:Κύπριδος οὗτος ὁ χῶρος, ἐπεὶ φίλον ἔπλετο τήνᾳ
:σἰὲν ἀπ᾽ ἠπείρου λαμπρὸν ὁρῆν πέλαγος,
:ὄφρα φίλον ναύτῃσι τελῇ πλόον· ἀμφὶ δὲ πόντος
:δειμαίνει λιπαρὸν δερκόμενος ξόανον.
 
::''Της Αφροδίτης είναι εδώ τόπος ιερός. Εκείνη''
::''να καμαρώνει απ' τη στεριά τη θάλασσ' αγαπά''
::''για να χαρίζει των ναυτών ολόγυρα γαλήνη''
::''τι τ' αγαλμά της άμα ιδεί το πέλαγος σωπά.''
:::μετάφρ. Σιμ. Μενάρδος (''Στέφανος'', 1924)
 
==IX 313 Ανύτης==
:Ίζευ άπας υπό καλά δάφνας ευθαλέα φύλλα,
:ωραίου τ’ άρυσαι νάματος αδύ πόμα,
:όφρα τοι ασθμαίνοντα πόνοις θέρεος φίλα γυία
:αμπαύσης, πνοιά τυπτόμενα Zεφύρου.
 
::''Κάτ’ από τούτη κάθισε τή φουντωμένη δάφνη''
::''κι από τήν όμορφη πηγή γλυκό νεράκι πιές,''
::''τ’ αποσταμένο σου κορμί ν’ αναπαυτεί απ’ τή λάβρα,''
::''τώρα πού τό χαϊδεύουνε τού Ζέφυρου οι δροσιές.''
 
==IX 314 Ανύτης==
:Ερμάς τάδ’ έστακα παρ’ όρχατον ηνεμόεντα
:εν τριόδοις, πολιάς εγγύθεν αϊόνος,
:ανδράσιν κεκμηώσιν έχων άμπαυσιν οδοίο.
:Ψυχρόν δ’ αχραές κράνα υποϊάχει.
{{:Παλατινή Ανθολογία/IX/745 Ανύτης|IX 745 Ανύτης}}
 
:::μετάφρ. Σιμ. Μενάρδος (''Στέφανος'', 1924): [[Στέφανος (Σίμος Μενάρδος)/Του Βάκχου δες περήφανο τον ταύρο τον προκέρα, Ανύτης]]
{{:Στέφανος (Σίμος Μενάρδος)/Του Βάκχου δες περήφανο τον ταύρο τον προκέρα, Ανύτης}}
 
==XVI 228 Ανύτης (από την Ανθολογία του Πλανούδη)==
:Ξείν’, υπό ταν πέτραν τετρυμένα γυί’ ανάπαυσον
:αδύ τοι εν χλωροίς πνεύμα θροεί πετάλοις.
:Πιδακά τ’ εκ παγάς ψυχρόν πίε· δη γαρ οδίταις
:άμπαυμ’ εν θερμώ καύματι τούτο φίλον
 
==XVI 231 Ανύτης (από την Ανθολογία του Πλανούδη)==
:τίπτε κατ᾽ οἰόβατον, Πὰν ἀγρότα, δάσκιον ὕλαν
:ἥμενος ἁδυβόαι τῷδε κρέκεις δόνακι;
:ὄφρα μοι ἑρσήεντα κατ᾽ οὔρεα ταῦτα νέμοιντο
:πόρτιες ἠυκόμων δρεπτόμεναι σταχύων.
==XVI 291 Ανύτης (από την Ανθολογία του Πλανούδη)==
:Φριξοκόμα τόδε Πανί καί αυλίασι θέτο Νύμφαις
:δώρον υπό σκοπιάς Θεύθοτος οιονόμος·
:ούνεχ’ υπ’ αξαλέου θέρεος μέγα κεκμηώτα
:παύσαν ορέξασαι χερσίν μελιχρόν ύδωρ.
 
 
Γραμμή 21 ⟶ 187 :
[[Κατηγορία:Συγγραφείς|Ανυτη]]
[[Κατηγορία:Ποιητές|Ανυτη]]
[[Κατηγορία:Επιγράμματα|Ανυτη]]
 
[[Κατηγορία:Επιγράμματα]]
[[Κατηγορία:Επιγραμματοποιοί της Ελληνικής Ανθολογίας]]