μ
no summary specified
Ntetos (συζήτηση | Συνεισφορά) μ (Η Nυν απολύοις μετακινήθηκε στη θέση Νυν απολύοις) |
μ (no summary specified) |
||
<poem>
―
Ωστόσ' ο Στρατής το Στοιχειό μήτε τέτοιο σύντροφο δεν είχε κανένα.
―
Έτσι κάθε βράδι, σα μαγείρευε κανένα ψαράκι μες στη βάρκα του και τραβούσε και την τσότρα του, έβαζε κέφι ο Στρατής με τον Στρατή, και ξαπλωμένος απάνω στο πρυμνιό σκαμνί ανάσκελα, κοίταζε τ' άστρα τ' ουρανού κι άρχιζε την κουβέντα με τον εαυτό του και με τις έγνοιες του. Περνούσανε οι ώρες, χωρίς να τις καταλαβαίνει.
Ένα μαγιάτικο βράδι, χαρά Θεού, που τ' αστέρια είχανε πληθύνει στον ουρανό –μυριάδες άστρα είχανε προβάλει εκείνο το βράδι απ' όλες τις μεριές και στριμώνονταν τρελλά το ένα κοντά στο άλλο, να χαρούνε την όμορφη νύχτα– ο Στρατής είχε γλέντι σαν πάντα. Όλη η τσότρα έγινε θυσία εκείνο το βράδι. «
―
― Δόξα σοι ο Θεός!
― Για κοίτα τ' αστέρια, Στρατή. Σμάρι τ' αστέρια απόψε. Γεμίσανε τα ουράνια.
― Λες κι έχει πανηγύρι στα ψηλά ο γερο-Θεός. Όλα του τ' αστέρια τάβγαλε όξω, δεν άφησε κανένα απόψε.
―
―
―
―
―
― Σαν παραμύθι, Στρατή, σαν ξένο παραμύθι.
―
― Ώς που να κλείσομε τα μάτια, Στρατή.
― Πες και πως τάχομε κλεισμένα.
―
― Πάει να μαραθή το καημένο το κορίτσι! Ένα μού τ' άφησε η μάννα του, σαν έφυγε.
― Έχει ο Θεός, Στρατή... Πού ξέρεις ακόμα;
Ένας βήχας ξερός ακούστηκε μες στη σιγαλιά της νύχτας. Ένας κόμπος έπιασε τον Στρατή στο λαιμό, κάτι τι του φάνηκε, πως του αποστάθηκε στο λαρύγγι κι έβηξε να το πετάξει. Άκουσε μόνος του το βήχα του μέσα στη σιγαλιά και ξαφνίστηκε.
― Ποιός έβηξ' έτσι;
―
―
―
―
Όλη την ημέρα –ανήμερα του
Έφτασε σιγά-σιγά κάτω στο γιαλό και πέρασε την ξύλινη σκάλα.
― Στο καλό,
Ένα ποτάμι δάκρυα χύθηκε ξαφνικά απ' τα μάτια του, σαν μπόρα που ξεσπάει μες στην άψη της κουφόβρασης.
― Στο καλό,
Έκλεισε τα μάτια του και δεν τ' άνοιξε πια.
―
[[Κατηγορία:Διηγήματα]]
|